Ιατρεία Ψυχιατρικής & Ψυχοθεραπείας Νέας Σμύρνης - Χαλκίδας
Aπό την γενέθλια ημέρα (24/4/1908) του όρου «Σχιζοφρένεια» έως σήμερα, ο όρος έχει παραμείνει απαράλλακτος, αλλά τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα διογκούμενο ρεύμα αμφισβήτησης της ορθότητας χρήσης του. Ορισμένες, δε, χώρες έχουν προχωρήσει στην αντικατάσταση του όρου «σχιζοφρένεια» σε μια προσπάθεια αποστιγματοποίησης αλλά και ακριβέστερης περιγραφής της διαταραχής, με βάση τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα διογκούμενο ρεύμα αμφισβήτησης της ορθότητας χρήσης του όρου ‘Σχιζοφρένεια’ Στην Ιαπωνία χρησιμοποιείται ο όρος «διαταραχή απαρτίωσης» (integration disorder), στη Νότια Κορέα ο όρος «διαταραχή συντονισμού» (attunement disorder), ενώ στο Χονγκ Κονγκ και την Ταϊβάν ο όρος «διαταραχή σκέψης και αντίληψης» (disordered thought and perception). Απολογιστικές μελέτες σε αυτές τις χώρες έχουν αναδείξει πληθώρα πολυεπίπεδων θετικών αλλαγών: μείωση του αρνητικού κοινωνικού αποτυπώματος και της αξιωματικής συσχέτισης της διαταραχής με την επικινδυνότητα, αποδόμηση των δεισιδαιμονικών στερεοτύπων, λιγότερο στιγματιστικές αναφορές στα ΜΜΕ και ανάδειξη της βιοψυχοκοινωνικής φύσεως της διαταραχής. Παράλληλα, καταγράφτηκε διευκόλυνση από την μεριά των κλινικών να αποκαλύψουν την διάγνωση και να την ονοματίσουν και παράλληλη αύξηση της αναζήτησης βοήθειας από τους ασθενείς για την θεραπεία της ψύχωσης. Στις ίδιες μελέτες, οι ειδικοί ψυχικής υγείας προτείνουν ότι μια επιτυχημένη αλλαγή ονόματος θα πρέπει να είναι ξεκάθαρα ορισμένη, ουδέτερη και εύληπτη, να ενσωματώνει τα νεότερα αιτιοπαθολογικά ευρήματα και τις πυρηνικές φαινομενολογικές εκφάνσεις της διαταραχής, όπως π.χ. τη διαταραχή της απαρτιωτικής λειτουργίας, της εναργούς σύνδεσης με την πραγματικότητα και της ακεραιότητας των νοητικών λειτουργιών, ενώ τέλος να εισάγει την προσέγγιση της φασματικής αντίληψης των ψυχωσικών διαταραχών.
Υπάρχουν, όμως, και αντεπιχειρήματα: τα θετικά προς την αναθεωρητική αντίληψη του όρου ευρήματα είναι σχετικά λίγα και ασθενή, ενώ σε ορισμένες χώρες δεν κατεγράφη σημαντική μεταστροφή της στιγματιστικής αναφοράς στα ΜΜΕ. Η κριτική, επίσης, εστιάζεται στην πιθανότητα σύγχυσης μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων, καθώς και της ψευδαίσθησης ότι η διαφορετική ονοματοδοσία εδράζεται επί μίας εναργέστερης κατανόησης της αιτιοπαθογένειας της και του καθησυχασμού όσον αφορά την ανάγκη για συνεχή αντιστιγματιστική επαγρύπνηση.
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα εκλήθησαν να γνωμοδοτήσουν επί της αναγκαιότητας αλλαγής του όρου «σχιζοφρένεια» και επιλογής μεταξύ άλλων 9 εναλλακτικών όρων (Attunement Disorder, Integration Disorder, Dopamine Dysregulation syndrome, Neuro-emotional Integration disorder, Psychosis Spectrum Syndrome, Salience Syndrome, Disconnectivity Syndrome, Bleuler’s Syndrome, Altered Perception Syndrome). Τα ονόματα προέκυψαν από τον συνδυασμό νέων ονομάτων που χρησιμοποιούνται αντί της σχιζοφρένειας ανά τον κόσμο, από θέσεις ειδικών, από την βιβλιογραφική ανασκόπηση και από ένα όνομα που προτάθηκε από άτομο με ψυχιατρική εμπειρία.
Αναγκαιότητα υιοθέτησης ενός νέου, λιγότερου στιγματιστικού και ακριβέστερου επιστημονικά όρου.Οι περισσότεροι εξέφρασαν την αναγκαιότητα υιοθέτησης ενός νέου, λιγότερου στιγματιστικού και ακριβέστερου επιστημονικά όρου. Τα πιο δημοφιλή ονόματα ως εναλλακτικά της σχιζοφρένειας: ‘Altered Perception Syndrome” “Psychosis Spectrum Syndrome”, “Neuro-emotional Integration Disorder”. Ο όρος Altered Perception Syndrome είχε προταθεί από άτομο με βιούμενη εμπειρία ψύχωσης και δεδομένου ότι το 33% των συμμετεχόντων είχαν βιούμενη εμπειρία (κυρίως ψύχωσης) και το 49% μέλη οικογενειών ατόμων με εμπειρία ψυχωσικής διαταραχής, φαίνεται ότι θεωρούν ότι αυτός ο όρος περιγράφει καλύτερα την εμπειρία της ψύχωσης. Παράλληλα, και όλοι οι υπόλοιποι συμμετέχοντες αξιολόγησαν ως καλύτερη εναλλακτική το εν λόγω όνομα. Η δημοφιλία του όρου παραπέμπει στην υιοθέτηση ενός όρου που να είναι κατανοητός στον γενικό πληθυσμό, αλλά και να εμπεριέχει την εμπειρία των ατόμων με ψυχωσική εμπειρία και των οικογενειών τους. Εκτός από το ότι είναι λιγότερο στιγματιστικός, ο εν λόγω όρος φαίνεται να έχει μια σημαντική εγκυρότητα δεδομένου ότι τόσο η παραποιημένη αντίληψη όσο και η τροποποιημένη επεξεργασία πληροφορίας συνιστούν βασικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας.
Η αλλαγή ονόματος για να μπορεί να είναι επιτυχής θα πρέπει να συνοδεύεται από περαιτέρω εκπαίδευση και ενημέρωση.
Στο ποιοτικό μέρος της μελέτης καταγράφηκε επίσης η εσφαλμένη και ευρύτατα διαδεδομένη αξιωματική συσχέτιση του όρου με την επικινδυνότητα και τις χαμηλές προσδοκίες ανάρρωσης και η πεποίθηση ότι η αλλαγή στο όνομα μπορεί να αυξήσει τον αριθμό των ασθενών που θα αναζητήσουν και θα ακολουθήσουν οποιαδήποτε θεραπευτική αγωγή. Τέλος, η αλλαγή ονόματος για να μπορεί να είναι επιτυχής θα πρέπει να συνοδεύεται από περαιτέρω εκπαίδευση και ενημέρωση. Ένα ποσοστό συμμετεχόντων, πάντως, θεωρεί ότι η απλή αλλαγή ονόματος μπορεί να αποβεί ατελέσφορη και προκρίνουν την διεξαγωγή περαιτέρω ερευνητικών μελετών σχετικά με την αναγκαιότητα αλλαγής του όρου σχιζοφρένεια.
Η παρούσα έρευνα, παρ’ όλους τους περιορισμούς της μπορεί να αποτελέσει πιλότο για νέα πρωτόκολλα σχετικά με την αναγκαιότητα υιοθέτησης ενός λιγότερου στιγματιστικού, κοινά αποδεκτού (με άμεση ενσωμάτωση και στα δύο ταξινομικά συστήματα) και επιστημονικά έγκυρου όρου, με κύριους πυλώνες:
Αποφυγή της μεταφορικής και καταχρηστικής χρήσης του όρου σχιζοφρένεια
Μείωση του στίγματος και των διακρίσεων
Προαγωγή της ψυχοεκπαίδευσης και ενημέρωσης της κοινής γνώμης
Διευκόλυνσης της πρόσβασης των ψυχικά πασχόντων στις αντίστοιχες υπηρεσίες και άρση της ψευδαίσθησης θεραπευτικού αδιεξόδου
Διευκόλυνση της ειλικρινούς επικοινωνίας μεταξύ των εμπλεκόμενων επαγγελματιών, οικογενειών και ληπτών υπηρεσιών ψυχικής υγείας
Προώθηση νέων επιστημονικών ερευνητικών και θεραπευτικών μοντέλων.
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
“Are we ready for a name change for schizophrenia? A survey of multiple stake holders”, Raquelle I. et al (2021). Schizophrenia Research Volume 238
Pages 152-160
Η πρόληψη των μακροπρόθεσμων συνεπειών της σχιζοφρένειας και ιδιαίτερα των πολλαπλών υποτροπών είναι η κύρια θεραπευτική πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι ψυχίατροι και οι ασθενείς με αυτή τη διαταραχή. Στο συμπόσιο αυτό συζητήθηκε η συνεχιζόμενη θεραπεία με μακράς διάρκειας δράσης ενέσιμα αντιψυχωτικά.
Ο καθηγητής István Bitten από τη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας περιέγραψε τα αποτελέσματα της συνεχούς, αλλά και της διακοπτόμενης θεραπείας στη σχιζοφρένεια. Είναι πια γνωστό ότι τα ποσοστά υποτροπής είναι πολύ μεγαλύτερα για τους ασθενείς που διακόπτουν την αντιψυχωτική φαρμακευτική αγωγή, παρά για εκείνους που λαμβάνουν συνεχή θεραπεία. Ακόμα και αν η διακοπή της θεραπείας μετά από ένα πρώτο επεισόδιο ψύχωσης πραγματοποιείται πολύ προσεκτικά σε επιλεγμένους ασθενείς, τα ποσοστά όσον αφορά τις υποτροπές παραμένουν σημαντικά αυξημένα σε αυτή την ομάδα των ασθενών σε σύγκριση με τους ασθενείς που συνέχισαν να παίρνουν τη φαρμακευτική αγωγή.
Αυτές οι υποτροπές έχουν αρνητική επίδραση στην ευεξία και τη λειτουργικότητα των ασθενών. Σε ασθενείς που υποτροπιάζουν επανειλημμένα, η διάρκεια των υποτροπών τους γενικά αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου. Μετά από μερικά επεισόδια, ορισμένοι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν συνεχή ψυχωτική συμπτωματολογία, με περιορισμένη υποχώρηση των συμπτωμάτων τους. Επιπλέον, μετά την υποτροπή, ένα ποσοστό των ασθενών θα παρουσιάσει ανθεκτικότητα στην αρχική αποτελεσματική θεραπευτική αγωγή. Καθώς αρκετοί ασθενείς με σχιζοφρένεια παρουσιάζουν πολλαπλές υποτροπές, είναι πιθανό ένας αυξανόμενος αριθμός ασθενών να καταλήξει με δύσκολα αντιμετωπίσιμη και ανθεκτική στη θεραπεία νόσο.
Οι πολλαπλές υποτροπές έχουν αρνητική επίδραση στην ευεξία και τη λειτουργικότητα των ασθενών.
Η σχιζοφρένεια συνδέεται με τη μείωση του προσδόκιμου ζωής. Η αύξηση της θνησιμότητας, όπως και ο κίνδυνος της υποτροπής, είναι επίσης υψηλότερη σε ασθενείς που δεν λαμβάνουν θεραπεία από ότι σε αυτούς που λαμβάνουν αντιψυχωτική αγωγή.
Η σημαντικότητα της πρόληψης υποτροπών συζητήθηκε επίσης από τον καθηγητή Henry Nasrallah, από το St Louis των ΗΠΑ. Ο καθηγητής περιέγραψε πως τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας έχουν πολλαπλές αρνητικές συνέπειες, όπως περαιτέρω επιδείνωση της γενικής λειτουργικότητας, αυτοτραυματισμοί και αυτοκτονίες, απώλεια στέγης και ποινικές διώξεις, απώλεια αυτοεκτίμησης, κακή ποιότητα ζωής και κοινωνικής λειτουργικότητας.
Επισημάνθηκε ότι η μη παραμονή στη θεραπεία είναι βασική αιτία υποτροπών και ότι η φυσική πορεία της ίδιας της νόσου έχει επιπτώσεις στην μη παραμονή στη θεραπεία. Οι ασθενείς που έχουν μειωμένη εναισθησία της κατάστασής τους, γνωστική έκπτωση, αρνητικά συμπτώματα όπως η αβουλία (αδυναμία της θέλησης για ενέργεια και πράξη), παρανοϊκές ιδέες για την προέλευση των ανεπιθύμητων ενεργειών και οι οποίοι ενδέχεται να κάνουν κατάχρηση ουσιών, μπορεί να έχουν δυσκολία στη διαχείριση μιας ημερήσιας από του στόματος θεραπείας. Συνεπώς, οι περισσότεροι ασθενείς σταματούν να λαμβάνουν τα από του στόματος αντιψυχωτικά πολύ γρήγορα μετά από ένα πρώτο επεισόδιο ψύχωσης. Ωστόσο, οι επακόλουθες υποτροπές που σχετίζονται και με τη μη παραμονή στη θεραπεία, είναι επιζήμιες για τον εγκεφαλικό ιστό.
Οι υποτροπές συνδέονται με τη φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες στα νευρικά κύτταρα, μέσω της σημαντικής αύξησης των ελευθέρων ριζών στον εγκέφαλο. Ένα πρώτο επεισόδιο ψύχωσης καταστρέφει τη φαιά ουσία και βλάπτει τη συνδεσιμότητα και τη νευροπλαστικότητα του εγκεφάλου. Αυτή η βλάβη αυξάνεται περαιτέρω με κάθε επεισόδιο. Ο καθηγητής Nasrallah μίλησε με πάθος για αυτές τις επιζήμιες επιπτώσεις της πορείας της νόσου και υποστήριξε ότι η ψύχωση είναι εξίσου επικίνδυνη για τους ασθενείς όπως ο καρκίνος ή η καρδιακή νόσος. Πιστεύει ότι οι ψυχίατροι θα πρέπει να είναι αποφασισμένοι να εμποδίσουν τους ασθενείς από το να βιώσουν ένα δεύτερο επεισόδιο ψύχωσης, όπως ακριβώς οι καρδιολόγοι στοχεύουν στην πρόληψη ενός δευτέρου εμφράγματος στους ασθενείς τους. Ο καθηγητής υποστήριξε ότι η αποφυγή υποτροπών μετά από ένα πρώτο επεισόδιο ψύχωσης είναι η καλύτερη στρατηγική για την επίτευξη της ύφεσης της νόσου και τελικά της αποκατάστασης των ασθενών.
Αντιμετωπίστε τα ψυχωτικά επεισόδια με την ίδια σοβαρότητα που αντιμετωπίζεται στην ιατρική το έμφραγμα του μυοκαρδίου και λάβετε επιθετικά μέτρα για να προλάβετε μια δεύτερη “προσβολή του εγκεφάλου” από την σχιζοφρένεια.
Το θέμα του καλύτερου τρόπου αντιμετώπισης της σχιζοφρένειας και της πρόληψης των υποτροπών ανέπτυξε ο καθηγητής Jose Olivares, από το Vigo της Ισπανίας. Τόνισε ότι τα φάρμακα που έχουμε για τη θεραπεία της σχιζοφρένειας είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά - ο αριθμός των ασθενών που χρειάζεται να αντιμετωπιστούν με κάποια αγωγή ούτως ώστε ένας παραπάνω ασθενής με σχιζοφρένεια να έχει θετική έκβαση σε σχέση με το εικονικό φάρμακο (ΝΝΤ) είναι χαμηλός - αλλά και ότι για να επιτευχθούν με αυτά τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται και αποτελεσματικά. Προκειμένου δε να βελτιωθεί η μακροπρόθεσμη λειτουργικότητα των ασθενών, θα πρέπει να βελτιστοποιηθούν τόσο το είδος όσο και ο χρόνος έναρξης της αγωγής.
Τόσο ο καθηγητής Olivares όσο και οι άλλοι ομιλητές αυτής της στρογγυλής τράπεζας παρουσίασαν στοιχεία που υποστηρίζουν την βελτιωμένη αποτελεσματικότητα των ενέσιμων φαρμάκων μακράς διάρκειας δράσης σε σύγκριση με τα από του στόματος αντιψυχωτικά. Οι ομιλητές υποστήριξαν επίσης την πρώιμη χρήση αυτών των θεραπειών μακράς δράσης, καθώς η έναρξη τους νωρίς, μετά από σύντομη διάρκεια παρουσίας των συμπτωμάτων της νόσου έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει την πρόγνωση των ασθενών, όσον αφορά τις υποτροπές και την πορεία της νόσου. Επιπλέον, τα ενέσιμα αντιψυχωτικά μακράς διάρκειας δράσης έχουν αποδειχθεί νευροπροστατευτικά έναντι των νευροτοξικών επιδράσεων των υποτροπών στη σχιζοφρένεια.
Η πρώιμη διάγνωση και η παραμονή στη θεραπεία με αντιψυχωτικά αποτελούν το κλειδί για την μακροπρόθεσμη βελτίωση της λειτουργικότητας.
Η έγκαιρη διάγνωση και η συνεχής, αποτελεσματική χορήγηση αντιψυχωτικών φαρμάκων είναι αποφασιστικοί παράγοντες που επηρεάζουν την πρόγνωση των ασθενών με σχιζοφρένεια, μιας νόσου για την οποία οι συνέπειες της μη βέλτιστης θεραπείας και της θεραπευτικής αποτυχίας είναι τεράστιες. Με μια αποτελεσματική θεραπεία που χορηγείται χωρίς διακοπές, η μακροπρόθεσμη κοινωνική λειτουργικότητα και η αυτονομία είναι εφικτές και για τους ασθενείς με σχιζοφρένεια.
Πόσο αλκοόλ είναι πάρα πολύ; Ρωτήστε, αξιολογήστε, παρέχετε συμβουλές και βοηθήστε. Το Εθνικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ για την Κατάχρηση και Εξάρτηση από το Αλκοόλ (NIAAA) έχει συντάξει οδηγίες για τους ασθενείς και τους ιατρούς με βάση τα νεότερα δεδομένα. Ο Michael Fleming (North Western University, Chicago, USA), ενημέρωσε τους συμμετέχοντες στο εργαστήριο για τα κυριότερα στοιχεία των οδηγιών αυτών.
Για τους άνδρες, οποιαδήποτε ποσότητα πάνω από 14 ποτά την εβδομάδα τους κατατάσσει πάνω από το όριο του χαμηλού κινδύνου κατανάλωσης. Για τις γυναίκες, οποιαδήποτε ποσότητα πάνω από 7 ποτά την εβδομάδα είναι υπερβολή. Κατά τη διάρκεια μιας ημέρας, 1-2 ποτά είναι πιθανώς αρκετά αλλά 3-4 δεν είναι καλή ιδέα. Πάνω από αυτό το σημείο, η καμπύλη της δοσοεξάρτησης μεταξύ της ποσότητας κατανάλωσης αλκοόλ και διαφορετικών μορφών βλάβης όπως θάνατος, κίρρωση και κατάθλιψη αρχίζει να ανεβαίνει με ραγδαίο ρυθμό.
Σε σύγκριση με την επεισοδιακή υπερκατανάλωση αλκοόλ, η καθημερινή κατανάλωση μικρής ποσότητας αλκοόλ μπορεί τελικά να αποβεί ακόμα πιο βλαβερή. Ένας κρίσιμος ρόλος στην ψυχιατρική
Στην περίπτωση των ασθενών με ψυχιατρικές διαταραχές στην οξεία φάση της αγωγής, η διακοπή κατανάλωσης οινοπνεύματος θα πρέπει να προτείνεται, είπε ο Dr Fleming. Στη φάση σταθεροποίησης, μέτρια κατανάλωση αλκοόλ μέσα στα παραπάνω όρια είναι πιθανώς ΟΚ. Αλλά για τους ασθενείς με κατάθλιψη, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ συμβάλλει σημαντικά στη μη απάντηση στην αγωγή και θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί τουλάχιστον με μια βραχεία παρέμβαση. Αυτή θα περιελάβανε περιορισμένου χρόνου συμβουλευτική βασισμένη στην επικοινωνία, την εμπιστοσύνη και την ενσυναίσθηση. Τα στοιχεία δείχνουν ότι παρόμοιες βραχείες παρεμβάσεις μπορούν να έχουν ισχυρή επίδραση στη συμπεριφορά κατανάλωσης αλκοόλ και στη συνολική ψυχική υγεία.
Στην καθημερινή κλινική πράξη, οι ψυχίατροι έχουν τα απαραίτητα εργαλεία ώστε να ανιχνεύσουν και να διαχειριστούν τα προβλήματα κατανάλωσης αλκοόλ. Η θεραπευτική σχέση παρέχει την ευκαιρία να γίνονται συζητήσεις που μπορεί να είναι δύσκολες για τον καθένα. Αλλά ο επιπολασμός της διαταραχής χρήσης αλκοόλ δεν θα πρέπει να μεγεθύνεται. 70% των Αμερικανών δεν πίνουν ή πίνουν μέσα στα επιτρεπόμενα όρια ασφάλειας. 20% πίνουν πάνω από το όριο αλλά δεν πληρούν τα κριτήρια διαταραχής χρήσης αλκοόλ. Ακόμη κι έτσι , η διαταραχή χρήσης αλκοόλ θα διαγνωστεί μόνο σε περίπου 1 στους 10 ανθρώπους.
Αξίζει τον κόπο να ενισχύεται η σύνδεση μεταξύ κατανάλωσης αλκοόλ και ψυχιατρικών διαταραχών. Μειώστε την κατανάλωση και είναι πιο πιθανό οι ψυχίατροι να μπορούν να βοηθήσουν.
Για τον Dr Fleming, η πιο σημαντική ερώτηση ανίχνευσης του προβλήματος στους άνδρες είναι «Πόσες φορές τον περασμένο μήνα κατανάλωσες πάνω από 5 ποτά την ημέρα;». Για τις γυναίκες θα πρέπει να είναι 4 ποτά την ημέρα αντίστοιχα.
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, η απάντηση δεν προκαλεί ανησυχία και έτσι μπορεί κανείς να προχωρήσει σε άλλες ερωτήσεις. Αλλά εάν η απάντηση πιθανολογεί την ύπαρξη προβλήματος, αξίζει τον κόπο να προχωρήσει κανείς σε όλες τις ερωτήσεις της AUDIT.
Αυτό το εργαλείο – το Alcohol Use Disorders Identification Test, όπως είναι η ολοκληρωμένη ονομασία του – απαιτεί περίπου 5 λεπτά για να συμπληρωθεί και περιλαμβάνει λήμματα που αξιολογούν την κατανάλωση οινοπνεύματος, την αδυναμία ελέγχου, την ενοχή λόγω της κατανάλωσης, την πρωινή κατανάλωση, τις ανεπιθύμητες συνέπειες όπως απώλεια μνήμης και τραυματισμό και το εάν άλλοι ανησυχούν λόγω της κατανάλωσης και έχουν συμβουλεύσει το άτομο να προσπαθήσει να τη μειώσει.
Η πλειοψηφία του κοινού χρησιμοποιούσε εργαλείο αξιολόγησής της κατανάλωσης αλκοόλ ως μέρος της καθημερινής κλινικής πρακτικής.
Βιοδείκτες
Η ανάλυση της λειτουργίας του ήπατος δεν είναι πάντα χρήσιμη.
Η δοκιμασία του ethyl glucuronide (EtG), ενός μεταβολίτη του οινοπνεύματος μπορεί να πραγματοποιηθεί χρησιμοποιώντας δείγμα ούρων, νυχιών και τριχών και είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη μέθοδος - ίσως υπερβολικά ευαίσθητη, μιας και υπάρχει πρόβλημα με τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα, εκτός εάν ένα κατάλληλο cut-off χρησιμοποιηθεί. Η δοκιμασία με phosphatidylethanol, ένα φωσφολιπίδιο που δημιουργείται στην κυτταρική μεμβράνη των ερυθροκυττάρων, απαιτεί δείγμα από συνολικό αίμα και ανιχνεύει την κατανάλωση οινοπνεύματος για τις περασμένες περίπου 30 ημέρες, έχοντας χαμηλό κίνδυνο ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων.
Η παρούσα ομιλία έλαβε χώρα στο American Psychiatric Association (APA) 2015 Annual Meeting, May 16 - 20, 2015; Toronto, Ontario, Canada
A report from the workshop Helping Patients Who Drink Too Much, 2.30 Sunday 17th May.
Οι διαταραχές διάθεσης και άγχους είναι σοβαρές παθήσεις της ψυχικής υγείας, με σημαντικό αντίκτυπο στην προσωπική και οικογενειακή ζωή ενός ατόμου, καθώς και στην ικανότητά του να λειτουργεί στον χώρο εργασίας του ή το σχολείο.
Οι διαταραχές διάθεσης χαρακτηρίζονται από περιόδους ακραίων διαθέσεων, είτε πολύ άσχημης (κατάθλιψη) είτε εναλλαγών άσχημης και καλής διάθεσης (διπολική διαταραχή). Οι άνθρωποι με κατάθλιψη αισθάνονται λυπημένοι, άδειοι ή απελπισμένοι και χάνουν το ενδιαφέρον και την ευχαρίστηση για οποιαδήποτε δραστηριότητα για μεγάλες χρονικές περιόδους. Είναι επίσης πιθανό να έχουν γνωστικά προβλήματα, όπως δυσκολία συγκέντρωσης και λήψης αποφάσεων. Τα άτομα με διπολική διαταραχή μπορεί κατά καιρούς να φαίνονται ασυνήθιστα χαρούμενα και γεμάτα ενέργεια, κάτι που μπορεί να τα οδηγήσει σε παρορμητικές και επικίνδυνες συμπεριφορές.
Οι διαταραχές άγχους χαρακτηρίζονται από υπερβολική, μη ρεαλιστική ανησυχία. Άτομα με γενικευμένη αγχώδη διαταραχή έχουν, για παράδειγμα, ανεξέλεγκτη ανησυχία για διάφορα καθημερινά πράγματα, όπως ευθύνες, οικονομικά και την υγεία τους. Διαταραχή μετατραυματικού στρες μπορεί να εμφανιστεί μετά από ένα τραυματικό συμβάν, όπως η έκθεση σε βία ή ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα και μπορεί να οδηγήσει σε επαναλαμβανόμενους εφιάλτες και αναδρομές.
Οι διαταραχές διάθεσης και άγχους είναι σχετικά συχνές και δεν είναι ασυνήθιστο για ένα άτομο να υποφέρει από πολλαπλές διαταραχές. Τα συμπτώματα διαφέρουν από άτομο σε άτομο, αλλά με τη θεραπεία, οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να επιστρέψουν στην κανονική τους ζωή.
ΠΗΓΗ : LUNDBECK
Οι ψυχωσικές διαταραχές, όπως η σχιζοφρένεια, είναι σοβαρές ψυχικές διαταραχές, που συνδέονται με τροποποιημένους τρόπους σκέψης και αντίληψης των πραγμάτων. Χαρακτηρίζονται από την «ψύχωση», κατά την οποία ένα άτομο χάνει επαφή με την πραγματικότητα. Οι άνθρωποι μπορεί να βιώσουν παραισθήσεις, δηλαδή ισχυρές, αλλά ψευδείς πεποιθήσεις, όπως η πεποίθηση ότι κάποιος προσπαθεί να τους βλάψει ή να τους χειραγωγήσει. Οι άνθρωποι μπορεί επίσης να βιώσουν ψευδαισθήσεις, δηλαδή ψευδείς πληροφορίες από τις αισθήσεις τους, όπως να ακούν φωνές ή να βλέπουν πράγματα που δεν υπάρχουν. Επιπλέον, άτομα με ψυχωσικές διαταραχές μπορεί να έχουν μειωμένα συναισθήματα, δυσκολία στην ομιλία και μειωμένο αίσθημα ευχαρίστησης ή ενδιαφέροντος.
Τα ψυχωτικά συμπτώματα και οι διαταραχές μπορεί να προκληθούν από ορισμένα φάρμακα ή και ναρκωτικά, μπορεί να είναι συνέπεια μιας άλλης ιατρικής κατάστασης ή και να οφείλονται σε δομικές αλλαγές ή χημικές ανισορροπίες στον εγκέφαλο. Αυτές οι διαταραχές είναι συχνά παρεξηγημένες από το ευρύ κοινό, καθιστώντας τες πηγή στίγματος και διάκρισης.
Οι ψυχωτικές διαταραχές απαιτούν λήψη αγωγής και συχνά παραλύουν τη λειτουργικότητα του ατόμου, επιδρώντας έντονα στην προσωπική και οικογενειακή του ζωή, καθώς και στην ικανότητά του να λειτουργεί στον χώρο εργασίας του ή το σχολείο.
Πηγή: LUNDBECK
Η λέξη «ουσία» στη «διαταραχή χρήσης ουσιών» μπορεί να αναφέρεται σε πολλά διαφορετικά ναρκωτικά/φάρμακα, όπως αλκοόλ, κάνναβη, παραισθησιογόνα, εισπνεόμενα, οπιοειδή, ηρεμιστικά, διεγερτικά (π.χ. αμφεταμίνη ή κοκαΐνη) και τον καπνό. Το κοινό σε όλες αυτές τις ουσίες είναι ότι η υπερπρόσληψη αυτών προκαλεί αλλαγές στις περιοχές του εγκεφάλου που ελέγχουν την κινητοποίηση και την επιβράβευση. Στην αρχή, η ουσία τυπικά ενεργοποιεί το σύστημα της επιβράβευσης στον εγκέφαλο και προκαλεί αίσθημα ευχαρίστησης. Με την πάροδο του χρόνου, η ευχαρίστηση από τη λήψη της ουσίας μειώνεται και το άτομο μπορεί να υποφέρει από την έλλειψη και τα συμπτώματα στέρησης όταν δεν παίρνει την ουσία. Έτσι, αντί να γίνεται χρήση της ουσίας για ευχαρίστηση, γίνεται χρήση για να αποφευχθούν οι αρνητικές συνέπειες από τη μη χρήση της.
Ως συνέπεια αυτών των αλλαγών στον εγκέφαλο, ένα άτομο με διαταραχή χρήσης ουσιών θα πάρει μεγαλύτερες ποσότητες και για περισσότερο από το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα. Αυτό είναι γνωστό ως «ανοχή». Αυτά τα άτομα, αν και μπορεί να προσπαθήσουν να μειώσουν τη χρήση ουσιών, το βρίσκουν δύσκολο ή και αδύνατο. Κατά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας ασχολούνται με τη λήψη ή την εύρεση της ουσίας, κάτι που φυσικά επηρεάζει την ικανότητα τους να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους στην εργασία, το σχολείο και το σπίτι.
Η διαταραχή χρήσης αλκοόλ είναι επίσης ένας συνηθισμένος τύπος διαταραχής χρήσης ουσιών. Πιο συγκεκριμένα, η διαταραχή χρήσης αλκοόλ μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία και αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου και αναπηρίας.
ΠΗΓΗ : LUNDBECK
Κατανοώντας τη διαταραχή χρήσης αλκοόλ
Η διαταραχή χρήσης αλκοόλ συνδέεται με την υπερβολική και ανεξέλεγκτη κατανάλωση αλκοόλ, που επηρεάζει σημαντικά την ικανότητα του ατόμου να ασκεί τις συνήθεις δραστηριότητές του στην εργασία και το σπίτι και η οποία μπορεί να έχει σοβαρό αντίκτυπο στη γενική του υγεία.Διαταραχή Χρήσης ΑλκοόλΤα άτομα με διαταραχή χρήσης αλκοόλ καταναλώνουν αλκοόλ σε μεγάλες ποσότητες, γεγονός που επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται και μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας. Οι άνθρωποι, που βιώνουν αυτή τη διαταραχή, γνωρίζουν συχνά τις βλαβερές της συνέπειες, αλλά εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δυσκολία στη μείωση της κατανάλωσης. Η μακροχρόνια υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ θεωρείται ότι προκαλεί αλλαγές στα κυκλώματα του εγκεφάλου που επηρεάζουν την επιβράβευση, την κινητοποίηση, τη μνήμη και τον αυτοέλεγχο, τα οποία αυξάνουν την τάση ενός ατόμου να καταναλώσει αλκοόλ. Ένα άτομο με διαταραχή χρήσης αλκοόλ δεν μπορεί πλέον να αισθάνεται τις ευχάριστες επιπτώσεις του, ωστόσο όμως επιζητάει αλκοόλ. Τα άτομα αυτά, λοιπόν, πίνουν για να αποφύγουν τις επιπτώσεις που συνδέονται με την απόσυρση («αρνητική ενίσχυση»), αντί για να αισθάνονται ευχαρίστηση («θετική ενίσχυση»). Η διαταραχή αυτή συνδέεται με την υπερβολική και ανεξέλεγκτη κατανάλωση αλκοόλ, που επηρεάζει σημαντικά την ικανότητα του ατόμου να ασκεί τις συνήθεις δραστηριότητές του στην εργασία και το σπίτι και η οποία μπορεί να έχει σοβαρό αντίκτυπο στη γενική του υγεία. Το φορτίο στα κοντινά πρόσωπα, τις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης και το ευρύτερο κοινό μπορεί να είναι σημαντικό. Ένα άτομο με διαταραχή χρήσης αλκοόλ κανονικά θα θέλει να τη μειώσει, αλλά δεν μπορεί λόγω της έντονης επιθυμίας και των στερητικών συμπτωμάτων, όπως η αδιαθεσία ή η ανησυχία.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Τα κύρια σημεία της διαταραχής χρήσης αλκοόλ είναι ότι ένα άτομο καταναλώνει μεγάλες ποσότητες αλκοόλ για μεγάλες χρονικές περιόδους, κάτι που έχει σημαντικό αντίκτυπο στις καθημερινές του δραστηριότητες. Ένα άτομο με διαταραχή χρήσης αλκοόλ συνήθως θέλει να μειώσει την κατανάλωση αλλά δεν μπορεί λόγω της έντονης επιθυμίας και των συμπτωμάτων στέρησης, όπως η αδιαθεσία ή η ανησυχία. Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να οδηγήσει σε παραμέληση ευθυνών στο σπίτι, όπως η φροντίδα των παιδιών ή η πραγματοποίηση οικιακών εργασιών, αλλά και σε απουσία από την εργασία. Μπορεί να συνεχίζουν να πίνουν ακόμα και όταν θέτουν τον εαυτό τους ή άλλους σε κίνδυνο, οδηγώντας, για παράδειγμα, ή χειρίζοντας μηχανήματα υπό την επήρεια αλκοόλ. Τα σωματικά συμπτώματα της διαταραχής χρήσης αλκοόλ μπορεί να περιλαμβάνουν τρόμο, δυσκολία στο περπάτημα και δυσκολία στον ύπνο. Η βαριά διαταραχή χρήσης αλκοόλ συνδέεται επίσης και με υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονικών σκέψεων και απόπειρας.
EΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΦΟΡΤΙΟ
Σε παγκόσμιο επίπεδο, 107 εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από διαταραχές χρήσης αλκοόλ. Η κατανάλωση αλκοόλ ποικίλει ανάλογα με τη θρησκευτική και πολιτισμική συμπεριφορά και τείνει να είναι υψηλότερη σε χώρες υψηλού εισοδήματος. Η διαταραχή της χρήσης αλκοόλ συνήθως εμφανίζεται σε άτομα ηλικίας 20 έως 30 ετών, αν και τα άτομα αυτά έχουν ήδη αρχίσει να καταναλώνουν υπερβολικά γύρω στα 15. Οι άνδρες είναι δύο φορές πιο πιθανό να εμφανίσουν τη διαταραχή αυτή σε σχέση με τις γυναίκες.
Η κατανάλωση αλκοόλ αποτελεί αιτιολογικό παράγοντα για περισσότερες από 200 ασθένειες και τραυματισμούς, όπως ψυχικές και συμπεριφορικές διαταραχές, κίρρωση του ήπατος, καρκίνο και καρδιαγγειακή νόσο. Σε μια έρευνα που διεξήχθη σε πολλές χώρες, το 77% των ατόμων με διαταραχή χρήσης αλκοόλ έπασχε από τουλάχιστον μία ακόμα συνοδό πάθηση.
Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ είναι ο έβδομος μεγαλύτερος παράγοντας κινδύνου για πρόωρο θάνατο και αναπηρίες παγκοσμίως, με ποσοστό 2,2% των θανάτων σε γυναίκες και 6,8% σε άντρες. Μεταξύ των ατόμων ηλικίας 15-49 ετών, η κατανάλωση αλκοόλ αποτελεί τον κύριο παράγοντα κινδύνου για πρόωρο θάνατο, υπεύθυνο για το 3,8% των θανάτων σε γυναίκες και 12,2% σε άντρες. Πολλοί από αυτούς τους θανάτους προέρχονται από τραυματισμούς που σχετίζονται με τροχαία ατυχήματα και εκδήλωση βίαιης συμπεριφοράς.
Σύμφωνα με έρευνα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, άτομα με διαταραχή χρήσης αλκοόλ χάνουν κατά μέσο όρο δύο επιπλέον ημέρες εργασίας ή δραστηριοτήτων ετησίως. Η διαταραχή αυτή επηρεάζει την ψυχική υγεία, τα συναισθήματα και τις σχέσεις ενός ατόμου με τον σύντροφο, την οικογένεια και τους συναδέλφους του. Η κατανάλωση αλκοόλ αποτελεί τον έβδομο παράγοντα κινδύνου για πρόωρο θάνατο και αναπηρίες παγκοσμίως. Μεταξύ ατόμων ηλικίας 15-49 ετών, το 3,8% των θανάτων σε γυναίκες και το 12,2% των θανάτων σε άνδρες οφείλονται σε υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΦΡΟΝΤΙΔΑ
Οι άνθρωποι που ανησυχούν ότι αυτοί ή οι αγαπημένοι τους εμφανίζουν συμπτώματα διαταραχής χρήσης αλκοόλ πρέπει να συμβουλευτούν τον γιατρό τους. Η διαταραχή της χρήσης αλκοόλ μπορεί να διαγνωστεί μετά από συζήτηση με γιατρόσχετικά με τις συνήθειες και τις συμπεριφορές ενός ατόμου σε σχέση με το αλκοόλ, καθώς και με την εξέταση τυχόν σωματικών συμπτωμάτων που μπορεί να υπάρχουν.
Ένα σημαντικό μέρος της θεραπείας είναι ο καθορισμός ενός στόχου θεραπείας, ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει αποχή ή μείωση. Ενώ η αποχή προσφέρει τα μεγαλύτερα οφέλη για την υγεία, πολλοί άνθρωποι διστάζουν ή αδυνατούν να σταματήσουν να πίνουν και η μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ μπορεί να αποτελεί εναλλακτική λύση για τον περιορισμό των βλαβερών συνεπειών που συνδέονται με την κατανάλωση αλκοόλ.
Η διαταραχή χρήσης αλκοόλ παρουσιάζει το μεγαλύτερο θεραπευτικό κενό (δηλαδή ποσοστό ασθενών άνευ θεραπείας) από όλες τις ψυχικές διαταραχές, αφού μόνο ένας στους πέντε ασθενείς με διαταραχή χρήσης αλκοόλ θα αναζητήσει βοήθεια. Πολλοί άνθρωποι αποφεύγουν τη θεραπεία, επειδή αισθάνονται ότι θα στιγματιστούν. Οι ομάδες υποστήριξης αποτελούν σημαντικό μέρος της θεραπείας για τέτοιου είδους διαταραχή, τόσο για τους ίδιους όσο και για τους αγαπημένους τους. Από αυτούς που λαμβάνουν θεραπεία, πολλοί απεξαρτώνται σε βάθος χρόνου.
πηγή: Lundbeck
Τους τελευταίους μήνες, έχει σημειωθεί ταχεία εξάπλωση της νόσου του κορωνοϊού (COVID-19),που θεωρείται πλέον παγκόσμια πανδημία. Στο πλαίσιο αυτό, οι κυβερνήσεις των διαφόρων χωρών υιοθέτησαν αυστηρά μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας, τα οποία ακολουθούνται από μέτρα άρσης του περιορισμού, με αποτέλεσμα αλλαγές στους ρυθμούς και στις συνήθειες διαβίωσης του πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων ασθενών με διπολική διαταραχή (ΔΔ), οι οποίοι είναι εξαιρετικά ευάλωτοι.
Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να προτείνει μια σειρά συστάσεων, βάσει επιστημονικών ενδείξεων, στους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας που ενδέχεται να παρακολουθούν ασθενείς με ΔΔ κατά τη διάρκεια αυτής της υγειονομικής κρίσης τους επόμενους μήνες. Μεταξύ αυτών των συστάσεων, υψίστης σημασίας είναι η στενή παρακολούθηση της φαρμακευτικής θεραπείας, η ενίσχυση της τήρησης της θεραπείας και η επίβλεψη του κινδύνου φαρμακευτικών αλληλεπιδράσεων στην περίπτωση που κάποιος ασθενής ακολουθεί θεραπεία γιαCOVID-19.
Η προσκόλληση στα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, υγιεινής των χεριών και προστασίας του αναπνευστικού μπορεί να είναι πιο δύσκολο να υιοθετηθούν από αυτόν τον πληθυσμό, αφού προϋποθέτουν την αυστηρή καθιέρωση νέων συνηθειών και την εγκατάλειψη προηγούμενων εγκατεστημένων συνηθειών.
Ο εντοπισμός πρόδρομων συμπτωμάτων υποτροπής, η παρακολούθηση της φαρμακευτικής θεραπείας και η ενίσχυση της τήρησης της θεραπείας σε αυτούς τους ασθενείς θα συμβάλουν στη μείωση της πιθανότητας υποτροπών λόγω της αστάθειας που προκαλείται από αυτήν την υγειονομική κρίση. Σε αυτήν τη φάση, είναι σημαντικό οι ιατροί που συνταγογραφούν φάρμακα σε ασθενείς με ΔΔ, οι οποίοι ακολουθούν θεραπεία για COVID-19, να λαμβάνουν υπόψη τον κίνδυνο ανεπιθύμητων φαρμακευτικών αλληλεπιδράσεων.
Από την άλλη πλευρά, η ενίσχυση τακτικών υγιεινών συνηθειών ύπνου και διαβίωσης θα βοηθήσει στην εξισορρόπηση των συναισθηματικών διακυμάνσεων που προκαλούν τα μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας λόγω COVID-19 και η επακόλουθη άρση αυτών. Ομοίως, η άμβλυνση του συναισθήματος κοινωνικής απομόνωσης, καθώς και η ομαλοποίηση των κοινωνικών σχέσεων θα αποτρέψουν τη δραστική μείωση ή/και αύξηση της κοινωνικής διέγερσης που θα μπορούσε να απορυθμίσει αυτούς τους ασθενείς.
Επιπλέον, η εκμάθηση μιας τεχνικής αντιμετώπισης καταστάσεων άγχους θα επιτρέψει στον ασθενή με ΔΔ, όχι μόνο να ανταπεξέλθει καλύτερα στηνάρση της απαγόρευσης κυκλοφορίας, αλλά και στην πιθανότητα νέας έξαρσης που μπορεί να απαιτήσει άλλη μία περίοδο απαγόρευσης κυκλοφορίας.
Σε ό,τι αφορά στην οικογένεια, η έξαρσητης COVID-19 και οι αλλαγές που προκαλούνται από αυτήν την πανδημία μπορεί να δημιουργήσουν αμφιβολίες σχετικά με τον καλύτερο τρόπο στήριξης του ασθενούς, καθώς και τον τρόπο διαχείρισης του οικογενειακού στρες που προκύπτει από τις διαφόρων ειδών αλλαγές. Στο πλαίσιο αυτό, η διασφάλιση της παρακολούθησης του ασθενούς και η παροχή πόρων υγειονομικής περίθαλψης έχουν απόλυτη σημασία.
Η καταπολέμηση μιας πανδημίας στην ψηφιακή εποχή καθιστά απαραίτητη την ύπαρξη υψηλής ποιότητας πόρων και ακλόνητων συστάσεων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν όχι μόνο σε διαπροσωπική συνάντηση, αλλά και μέσω τηλεφώνου ή διαδικτύου. Συμπερασματικά, οι ασθενείς με ΔΔ είναι ευάλωτοι απέναντι στο στρες που προκαλούν οι έντονεςαλλαγές στις συνήθειες διαβίωσης τους, ενώ μπορεί επιπλέον να βιώσουν έντονα συναισθήματαως απόρροια της σοβαρής υγειονομικής κρίσης που έχει προκαλέσει η έξαρση της COVID-19.
Οι επαγγελματίες της ψυχικής υγείας που καλούνται να περιθάλψουν ασθενείς με ΔΔ πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή σε αυτόν τον πληθυσμό και τις οικογένειές τους, ώστε να διασφαλίζουν συναισθηματική σταθερότητα και να μειώνουν τις πιθανότητες υποτροπής.
Βιβλιογραφία:
Hernández-Gómez A, Andrade-González N, Lahera G, Vieta E. Recommendations for the care of patients with bipolardisorder during the COVID-19 pandemic. J Affect Disord. 2021 Jan 15;279:117-121. doi: 10.1016/j.jad.2020.09.105.
Η Επιδημία του COVID-19 είναι σοβαρή ψυχοπιεστική συνθήκη για την Τρίτη ηλικία.
Η τρίτη ηλικία είναι ετερογενής ηλικιακή ομάδα, περιλαμβάνει ανθρώπους άνω των 65 ετών και άνω των 80 ετών που διαφέρουν στην οικογενειακή κατάσταση, στο μορφωτικό επίπεδο, στην οικονομική κατάσταση αλλά και στις εμπειρίες ζωής και χαρακτηρίζεται από αύξηση συγκριτικά με τους νέους και τους ενήλικες, των ψυχοπιεστικών παραγόντων τους οποίους καλούνται να διαχειρισθούν, δηλαδή παραγόντων που ασκούν ψυχολογική πίεση όπως προβλήματα υγείας, κοινωνικές αλλαγές (συνταξιοδότηση, μείωση εισοδήματος κ.α.) και απώλειες προσφιλών προσώπων. Σήμερα, οι συμπολίτες μας που βρίσκονται στην Τρίτη ηλικία και όχι μόνο, είναι αντιμέτωποι με την επιδημία από τον ιό COVID-19.
Έχει παρατηρηθεί ότι οι ηλικιωμένοι άνω των 80 ετών που θα νοσήσουν από τον ιό COVID-19 μπορεί να βρεθούν αντιμέτωποι πολύ σοβαρές και επικίνδυνες για την ζωή τους επιπλοκές, εφόσον νοσήσουν, ιδιαίτερα όταν έχουν υποκείμενα παθολογικά προβλήματα όπως καρδιολογικά, προβλήματα από το αναπνευστικό σύστημα, σακχαρώδη διαβήτη, ή νεοπλασίες.
H επιδημία ανατρέπει την κανονικότητα και την ρουτίνα των ηλικιωμένων, επηρεάζει άμεσα την φροντίδα τους ενώ κυριαρχεί ο φόβος της μόλυνσης,του θανάτου, της πιθανής απώλειας αγαπημένων, του αποχωρισμού από τα αγαπημένα τους πρόσωπα. εναλλάσσονται.
Αναδύεται λοιπόν επιτακτικά η ανάγκη για οδηγίες οι οποίες θα διασφαλίσουν την φροντίδα των ηλικιωμένων και θα καθησυχάσουν τον φόβο και τα αισθήματα αβοηθητότητας, μοναξιάς, αβεβαιότητας, θλίψης και θα τους βοηθήσουν να προσαρμοσθούν στις προτεινόμενες και επιβεβλημένες οδηγίες προστασίας, να μείνουν στο σπίτι και να περιορίσουν ή να καταργήσουν τις ήδη λιγοστές εξόδους τους και την ήδη περιορισμένη κοινωνική τους ζωή. Οι πρώτες οδηγίες στοχεύουν να βοηθήσουν στην διαμόρφωση κανονικότητας στην εποχή της επιδημίας με έμφαση στην προστασία τους με την βοήθεια των φροντιστών δηλ. συγγενών, συζύγων, παιδιών, φίλων που βοηθούν σε τακτική ή και καθημερινή βάση έτσι ώστε να τους εξασφαλίσουν όσο είναι δυνατόν την ανεξάρτητη διαβίωση τους συμβάλλοντας τόσο στην χορήγηση των φαρμάκων και στην διαχείριση των καθημερινών τους αναγκών.
Οδηγίες για αυτούς που φροντίζουν:
Πλένουμε τα χέρια μας τακτικά και σχολαστικά με σαπούνι και νερό ή με αλκοολούχο διάλυμα για 20 sec πριν παρέχετε τις υπηρεσίες φροντίδας, δηλαδή την προετοιμασία φαγητού, την χρήση μπάνιου, το ντύσιμο, την τακτοποίηση φαρμάκων, το σερβίρισμα του φαγητού, τη χρήση του τηλεχειριστηρίου κλπ Καθαρίζουμε τακτικά τις επιφάνειες του σπιτιού π.χ. τραπέζι,κομοδίνο κλπ που χρησιμοποιούνται από τους ηλικιωμένους Aποφεύγουμε να αγγίζουμε με τα χέρια μας το πρόσωπο (μάτια, μύτη, στόμα). Καλύπτουμε το στόμα και την μύτη, όταν βήχουμε ή φτερνιζόμαστε, είτε με χαρτομάντιλο είτε με το εσωτερικό του αγκώνα. Διακόπτουμε επισκέψεις σε τρίτους (φίλους, συγγενείς κ.α.) και δεν ερχόμαστε σε επαφή με άτομα που εμφανίζουν βήχα, καταρροή, πυρετό, πονόλαιμο.
Οδηγίες για ηλικιωμένους:
Κοινωνική απόσταση είναι συμπεριφορά προφύλαξης και περιλαμβάνει την παραμονή στο σπίτι και την αποφυγή στενής επαφής με τρίτους πλην του φροντιστή, καθώς και την αποφυγή συγκέντρωσης σε χώρους όπως, καταστήματα, εκκλησίες, μεταφορικά μέσα, ΚΑΠΗ κλπ.
Ψυχοπιεστική συνθήκη: Η κοινωνική απόσταση δεν σημαίνει και μοναξιά.
Οδηγία: προσπαθούμε οι ηλικιωμένοι μας να είναι ασφαλείς και όχι μόνοι. Προτείνεται, να γίνονται επισκέψεις μόνο από το φροντιστή (ο οποίος τηρεί αυστηρά τους προσωπικούς κανόνες προστασίας), η παρουσία του οποίου λειτουργεί υποστηρικτικά και ενισχύει το αίσθημα της ασφάλειας
Ψυχοπιεστική συνθήκη: Η κοινωνική απόσταση δεν σημαίνει κοινωνική απομόνωση δεδομένου ότι σε συνθήκες επιδημίας είναι κλειστοί οι χώροι που συνήθως επισκέπτονται οι ηλικιωμένοι και κοινωνικοποιούνται όπως εκκλησίες, ΚΑΠΗ, καφενεία κ.α.
Οδηγία: ενθαρρύνονται για να μην νοιώθουν κοινωνικά αποκομμένοι και απομονωμένοι(η απομόνωση μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική τους υγεία)να επικοινωνούν με άλλους συγγενείς και οικεία πρόσωπα είτε με σταθερό τηλέφωνο ή κινητό είτε με την χρήση οιασδήποτε ηλεκτρονικής μορφής επικοινωνίας είτε να παρακολουθούν εφόσον είναι θρησκευόμενα άτομα να εξακολουθούν να παρακολουθούν τη θεία λειτουργία από το ραδιόφωνο ή την τηλεόραση. Επίσης, να ενθαρρύνεται οι φίλοι τους να επικοινωνούν μεταξύ τους με οιονδήποτε από τους παραπάνω τρόπους.
Ψυχοπιεστική συνθήκη: Η μακρόχρονη παραμονή στο σπίτι . Σε αυτή την περίπτωση ισχύουν τα παραπάνω και επιπλέον
Οδηγία: δραστηριοποίηση με την διαμόρφωση νέας καθημερινής ρουτίνας με την βοήθεια του φροντιστή- που περιλαμβάνει δραστηριότητες μέσα στο σπίτι π.χ. την φροντίδα του σπιτιού, το μαγείρεμα, την περιποίηση των λουλουδιών, το διάβασμα, την φροντίδα του εαυτού.
Ψυχοπιεστική συνθήκη: Η ενημέρωση πολλές φορές σε συνθήκες επιδημίας κάνει αναφορά σε αρνητικά σενάρια και υπάρχουν πολλές ψευδείς ειδήσεις που ενισχύουν περισσότερο το συναίσθημα του φόβου, της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας.
Οδηγία: η ενημέρωση να γίνεται από τους οικείους ή από έγκυρες επιστημονικές πηγές που είναι αξιόπιστες, συγκεκριμένες, ρεαλιστικές και να προάγει το αίσθημα της ασφάλειας και της ελπίδας π.χ. τις έρευνες που γίνονται για φάρμακα, τους ασθενείς που θεραπεύθηκαν.
Ψυχοπιεστική συνθήκη: Η απώλεια του ρόλου (παππούς, γιαγιά κλπ)
Οδηγία: ενθαρρύνεται η επικοινωνία με τα εγγόνια, παιδιά είτε με τηλέφωνο είτε με βίντεο. Ανάθεση ρόλου μέσα στο σπίτι στη νέα ρουτίνα .
Ψυχοπιεστική συνθήκη: η παραμέληση άλλων παθολογικών προβλημάτων.
Οδηγία: Σε περίοδο επιδημίας η ρύθμιση των παθολογικών προβλημάτων είναι απαραίτητη έτσι ώστε να αποφευχθεί η ανάγκη να επισκεφθεί ο ηλικιωμένος Νοσοκομείο. Προτείνεται τακτική επικοινωνία με τον οικογενειακό ιατρό. Μετάθεση όλων των μη απαραίτητων ιατρικών επισκέψεων. Συνταγογράφηση για τρεις μήνες
Ψυχοπιεστική συνθήκη: αδυναμία φροντιστή για λόγους υγείας
Οδηγία: Εναλλακτικό σχέδιο φροντίδας από το οικογενειακό περιβάλλον καθώς και διαχείριση της κατάστασης κρίσης με την βοήθεια λειτουργών υγείας.
Ηλικιωμένοι Ασθενείς με προβλήματα Ψυχικής υγείας και άνοια
Οι ηλικιωμένοι,που πάσχουν από προβλήματα ψυχικής υγείας (άνοια, κατάθλιψη) σε περίοδο επιδημίας θα πρέπει να λαμβάνουν όλες τις προαναφερόμενες προφυλάξεις και η φροντίδα τους να διαμορφώνεται με βάση τις ανάγκες που ανακύπτουν. Η παρουσία της επιδημίας, τα επιπλέον μέτρα προφύλαξης, η κοινωνική απόσταση, ο μεγάλος χρόνος παραμονής στο σπίτι, ο φόβος και η δυσκολία πρόσβασης στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας, ενδεχομένως να επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο τη φροντίδα τους και την επιβάρυνση της οικογένειας. Στο πλαίσιο αυτό οι δημοτικές υπηρεσίες όπως η βοήθεια στο σπίτι τα Κέντρα Ψυχικής Υγιεινής, οι θεράποντες ιατροί θα πρέπει να ανταποκρίνονται διασφαλίζοντας με την επικοινωνία την φροντίδα των ασθενών τους παρέχοντας συνεχόμενη φροντίδα, υποστήριξη του ασθενούς και του φροντιστή(των), πληροφόρηση, Συμβουλευτική. Επίσης, συνεργάζεται με την οικογένεια τόσο στο πεδίο της ενημέρωσης σχετικά με ερωτήματα για την επιδημία όσο και τις αλλαγές που επιφέρει στη συμπεριφορά του ασθενή, όσο και των επιπτώσεων στο πεδίο των διαπροσωπικών σχέσεων. Οι παραπάνω δράσεις θα ελαττώσουν το φορτίο των φροντιστών, θα υπάρξει έγκαιρη πρόληψη υποτροπών και θα μειωθεί η επιβάρυνση των οικογενειών.
Κεντρικό μήνυμα
Υ-ποδεικνύουμε το Φροντιστή Γ-ράφουμε καινούργια ρουτίνα Ε-λέγχουμε τις ψυχοπιεστικές συνθήκες Ι- κανοποιούμε στο μέτρο του δυνατού τις ανάγκες του ασθενή Α-κολουθούμε τις ιατρικές οδηγίες και την επίσημη ενημέρωση. πηγή: ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ Α ́ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ Αντώνης Πολίτης - Λάμπης Παπαγεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Οικονόμου M.D. Ιατρός Ψυχίατρος Ψυχοθεραπευτής www.psychiatros-neasmyrni.gr www.oikonomoudimitris.gr
Θα προσπαθήσω σε αυτό το κείμενο να δούμε κάποια επιστημονικά δεδομένα για να μπορέσουμε να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη άποψη, σχετικά με τον κορωνοϊό και τις επιπτώσεις του, ώστε να μπορέσουμε να αποφύγουμε με την βοήθεια της γνώσης, μια εκ νέου αύξηση των κρουσμάτων και των νοσηλειών στην χώρα μας.
Μύθος 1. Η Covid-19 δεν είναι παρά μια απλή γρίπη.
Αλήθεια:
Όλα τα επιστημονικά δεδομένα συγκλίνουν ότι ο κορωνοϊός είναι πολύ μεταδοτικότερος και μολυσματικότερος από την γρίπη και πολύ πιο θανατηφόρος. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι ένας καινούργιος ιός, ο όποιος σε πληθυσμό χωρίς αντισώματα (που δεν έχουμε επειδή είναι καινούργιος ιός), θα σκότωνε εκατομμύρια, αν δεν υπήρχαν τα μέτρα προστασίας που πήραν όλες οι χώρες στον κόσμο.
Οι αριθμοί δείχνουν ότι οι θάνατοι μέχρι στιγμής είναι πολλαπλάσιοι της γρίπης σε παγκόσμιο επίπεδο παρά τα πρωτοφανή μέτρα που έχουμε πάρει και το lock-down Π.χ στην Ευρώπη κάθε χρόνο έχουμε περίπου 40.000 θανάτους από την γρίπη ενώ μόνο σε 4 χώρες της Ευρώπης οι θάνατοι ξεπέρασαν τις 110.000, στην Νέα Υόρκη ο κορωνοϊός έχει σκοτώσει ήδη το 0,15 %όλου του πληθυσμού.
Μύθος 2. Η Covid-19 δεν είναι πανδημία.
Αλήθεια:
Σαφώς και είναι πανδημία, αφού είναι ξεκάθαρος ο ορισμός του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), ο ορισμός λοιπόν της πανδημίας όπως προκύπτει από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, είναι μία πάθηση που συμβαίνει σε μεγάλο μέρος του κόσμου, υπερβαίνοντας τα σύνορα των χωρών, όταν αυτό γίνεται σχεδόν ταυτόχρονα και όχι εποχιακά,ανεξαρτήτως βαρύτητας,αιτίου η ανοσίας, δηλ ότι ακριβώς συνέβη και με τον κορωνοϊό.
Μύθος 3. Αποδίδονται θάνατοι στην Covid-19 που οφείλονται σε άλλες αιτίες.
Αλήθεια:
Ο κορωνοϊός σαφώς δεν είναι σαν τη γρίπη και είναι γνωστό ότι χτυπάει πολλά συστήματα του οργανισμού μας,
έχει αποδειχθεί ότι σχετίζεται με υπερπηκτικότητα(δηλαδή αυξημένο κίνδυνο για σχηματισμό θρόμβων) και επομένως μπορεί να προκαλέσει σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας, πνευμονική εμβολή,σύνδρομο πολυοργανικής ανεπάρκειας κτλ. Επομένως είναι σωστό να αναφέρεται σε όλες τις περιπτώσεις αυτές ο κορωνοϊός μεταξύ των αιτιών θανάτου και αυτή η τακτική ισχύει παγκοσμίως στην καταμέτρηση των θανάτων, από συγκεκριμένες πολύ μολυσματικές ασθένειες, επειδή η ύπαρξη τους αυξάνει πάντα την θνησιμότητα από υποκείμενες νόσους. Επίσης είναι σαφές ότι η αιτία θανάτου σε άτομα με υποκείμενες νόσους οφείλονται στον ιό, εφόσον έχουν μολυνθεί από αυτόν.
Μύθος 4. Ο Κορωνοϊός έχει κατασκευαστεί σε εργαστήριο της Κίνας και ξέφυγε από αυτό σκοπίμως ή κατά λάθος
Αλήθεια:
Στοιχεία από γενετικές έρευνες που έχουν δημοσιευθεί σε ένα από τα εγκυρότερα επιστημονικά περιοδικά στον κόσμο,
το Nature, δείχνουν ότι βάσει του γενώματος του ιού,είναι αδύνατον να έχει κατασκευασθεί σε εργαστήριο, σίγουρα όμως οι Κινέζοι άργησαν να ενημερώσουν εγκαίρως τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ώστε πολλές χώρες να προλάβουν να πάρουν τα έκτακτα μέτρα νωρίτερα.
Μύθος 5. Δεν έπρεπε να πάρουμε τόσο αυστηρά μέτρα στην χώρα μας, αφού οι θάνατοι και τα κρούσματα ήταν ελάχιστα.
Αλήθεια:
Γι’αυτό ακριβώς τα κρούσματα είναι ελάχιστα, επειδή πήραμε πολύ γρήγορα τα αναγκαία και σωστά μέτρα, σε αντίθεση με άλλες χώρες που άργησαν με τα γνωστά αποτελέσματα. Έτσι λοιπόν στο κρίσιμο στατιστικό στοιχείο των θανάτων ανά εκατομμύριο πληθυσμό το «σκορ»της Ελλάδας είναι 14 που θεωρείται από τα καλύτερα στον κόσμο και έχει άμεση θετική επίπτωση στην διεθνή εικόνα της χώρας, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τον τουρισμό και την οικονομία μας.
Μύθος 6. Ο Καθηγητής κ.Τσιόδρας αλλά λέει την μια φορά και αλλά την άλλη
Αλήθεια:
Ο κ.Τσιόδρας είναι ένας από τους καλύτερους γιατρούς στον κόσμο στην ειδικότητά του και σε αυτόν οφείλεται στον μεγαλύτερο βαθμό η επιτυχία της χώρας μας, είναι ευτύχημα για την Ελλάδα που ζει και εργάζεται εδώ, πάντα όταν ανακοινώνει κάτι, είναι βγαλμένο από τις διαθέσιμες επιστημονικές πληροφορίες και μελέτες μέχρι εκείνη την στιγμή,
είναι γνωστό ότι στις επιστήμες τα δεδομένα αλλάζουν συνεχώς και βγαίνουν νέες μελέτες που σε κάποιες περιπτώσεις αναιρούν τις προηγούμενες, επίσης πολλές φορές υπάρχουν και πολιτικές σκοπιμότητες πίσω από την αμφισβήτηση των επιστημόνων.
Συμπέρασμα:
Η χώρας μας τα έχει καταφέρει θαυμάσια μέχρι τώρα, σύμφωνα με τις οδηγίες των επιστημόνων και τις αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας και του Πρωθυπουργού με την συνδρομή όλων των πολιτών, που σε μεγάλο ποσοστό τήρησαν τα μέτρα και έτσι φτάσαμε όλοι μαζί σε αυτό το πολύ καλό αποτέλεσμα, τώρα που σιγά σιγά περνάμε στην δεύτερη φάση και την σταδιακή άρση των μέτρων, απαιτείται η ίδια σοβαρότητα και η ίδια πειθαρχία ώστε και το τέλος της δεύτερης φάσης να μας βρει νικητές και κυρίως υγιείς και ζωντανούς.
Δημήτρης Οικονόμου
Ιατρός Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής
www.psychiatros-neasmyrni.gr
www.oikonomoudimitris.gr
Με τις τρέχουσες τάσης γήρανσης του παγκόσμιου πληθυσμού, τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με τη γήρανση έχουν αναχθεί σε μείζον ζήτημα. Η κατάθλιψη στους ηλικιωμένους έχει γίνει ένα σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας που σχετίζεται με αυξημένη θνησιμότητα, αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονίας, μειωμένη σωματική, γνωστική και κοινωνική λειτουργικότητα και έλλειψη αυτοπεριποίησης.
Η κατάθλιψη σε ηλικιωμένους που ζουν στην κοινότητα παραμένει σε μεγάλο βαθμό αδιάγνωστη και αθεράπευτη στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, γεγονός που υποδεικνύει την ύπαρξη ιδιαίτερα μεγάλου φορτίου κατάθλιψης στους ηλικιωμένους στην κοινότητα.
Η κατάθλιψη στους ηλικιωμένους θεωρείται γηριατρικό σύνδρομο ποικίλης αιτιολογίας. Σε σύγκριση με την κατάθλιψη σε νεότερους ενήλικες, η κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας σχετίζεται με υψηλότερο επιπολασμό σωματικών καταθλιπτικών συμπτωμάτων (π.χ. κόπωση), γεγονός που μπορεί να αντικατοπτρίζει κακή σωματική κατάσταση. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την προτεινόμενη «υπόθεση της αγγειακής κατάθλιψης», η αγγειακή νόσος μπορεί να προδιαθέτει, να επισπεύδει ή να εντείνει τα καταθλιπτικά σύνδρομα στους ηλικιωμένους. Αυτό υποστηρίζεται από δεδομένα σύμφωνα με τα οποία η αγγειακή νόσος και οι παράγοντες κινδύνου της συνδέονται με αλλοιώσεις της λευκής ουσίας, η ύπαρξη των οποίων αποτελεί γνωστό παράγοντα κινδύνου κατάθλιψης στους ηλικιωμένους. Οι παράγοντες αυτοί θα μπορούσαν να συμβάλλουν σε κακή πρόγνωση ή ακόμα και σε θάνατο, που περιλαμβάνει τη θνησιμότητα οποιασδήποτε αιτιολογίας και την καρδιαγγειακή θνησιμότητα. Σε ορισμένες μελέτες έχουν διερευνηθεί οι συσχετίσεις μεταξύ κατάθλιψης της τρίτης ηλικίας και κινδύνου θνησιμότητας. Ωστόσο, στις μελέτες αυτές χρησιμοποιήθηκαν διάφοροι ορισμοί της κατάθλιψης της τρίτης ηλικίας και των πληθυσμών, οι οποίοι ήταν ετερογενείς ως προς την περιοχή, την ηλικία και το φύλο.
Στην παρούσα μελέτη, οι Wei και συνεργάτες πραγματοποίησαν μια επικαιροποιημένη συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση, για να συνοψίσουν τα υπάρχοντα δεδομένα σχετικά με τη συσχέτιση μεταξύ κατάθλιψης της τρίτης ηλικίας και θνησιμότητας οποιασδήποτε αιτιολογίας σε ηλικιωμένους που ζουν στην κοινότητα. Οι συγγραφείς διατύπωσαν την υπόθεση ότι η κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας οποιασδήποτε αιτιολογίας και καρδιαγγειακής θνησιμότητας. Για το λόγο αυτόν, πραγματοποίησαν επίσης μετα-ανάλυση που αφορούσε στην κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας, τη θνησιμότητα οποιασδήποτε αιτιολογίας και την καρδιαγγειακή θνησιμότητα σε ηλικιωμένους που ζουν στην κοινότητα.
Στη συστηματική αυτή ανασκόπηση και μετα-ανάλυση συμπεριλήφθηκαν συνολικά 61 προοπτικές μελέτες κοόρτης από 53 κοόρτεις με 198.589 συμμετέχοντες. Συνολικά σε 49 κοόρτεις γινόταν αναφορά θνησιμότητας οποιασδήποτε αιτιολογίας και σε 15 αναφορά καρδιαγγειακής θνησιμότητας. Η κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας οποιασδήποτε αιτιολογίας (λόγος κινδύνων 1,34, 95% CI 1,27, 1,42) και καρδιαγγειακή θνησιμότητα (λόγος κινδύνων 1,31; 95% CI 1,20, 1,43). Παρατηρήθηκε ετερογένεια στα αποτελέσματα μεταξύ των μελετών και το μέγεθος των συσχετίσεων διέφερε ως προς την ηλικία, το φύλο, την τοποθεσία διεξαγωγής της μελέτης, τη διάρκεια της παρακολούθησης και τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτίμηση της κατάθλιψης. Οι συσχετίσεις παρατηρήθηκαν σε διαφορετικές υποομάδες ανά ηλικία, φύλο, περιοχές διεξαγωγής των μελετών, περιόδους παρακολούθησης και μεθόδους εκτίμησης της κατάθλιψης της τρίτης ηλικίας.
Η παρούσα συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση των προοπτικών μελετών κοόρτης δείχνει ότι η κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας συσχετίζεται με ποσοστό κατά 34% και 31% υψηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας οποιασδήποτε αιτιολογίας και καρδιαγγειακής θνησιμότητας, αντίστοιχα. Ωστόσο, οι παρατηρούμενες συσχετίσεις σε αυτή τη μελέτη επηρεάστηκαν από τη σημαντική ετερογένεια μεταξύ των μελετών.
Τα αποτελέσματα της μελέτης μπορεί να έχουν κλινικές επιπτώσεις και επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Δεδομένου του υψηλού επιπολασμού της κατάθλιψης της τρίτης ηλικίας και του συσχετισμού της με τη θνησιμότητα, οι παρεμβάσεις που στοχεύουν στην πρόληψη της κατάθλιψης σε ηλικιωμένους θα συμβάλουν και στη μείωση της θνησιμότητας. Έχουν αναγνωριστεί ορισμένοι παράγοντες κινδύνου για την κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας, συμπεριλαμβανομένων προδρόμων της νόσου, όπως η καρδιαγγειακή νόσος, η παχυσαρκία και το εγκεφαλικό έμφρακτο, κοινωνικοί παράγοντες, όπως η μοναξιά και η μειωμένη ανεξαρτησία, συγκεκριμένα ψυχικά προβλήματα, όπως το πένθος, και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας. Επιπλέον, κακές επιλογές τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα, η σωματική αδράνεια, η βαριά ή η ευκαιριακή άμετρη κατανάλωση αλκοόλ, έχει βρεθεί ότι είναι συχνές σε ηλικιωμένους με κατάθλιψη. Η βιβλιογραφία δείχνει ότι η πρόληψη της κατάθλιψης σε ηλικιωμένους μπορεί να επιτευχθεί έχοντας ως στόχο τους ηλικιωμένους που διατρέχουν τους παραπάνω κινδύνους. Επίσης, μελέτες έχουν δείξει ότι ο συνολικός αριθμός στοιχείων σε μια κλίμακα κατάθλιψης, όπως η GDS-15, ακόμα και χωρίς διάγνωση κατάθλιψης, μπορεί να συσχετίζεται με υψηλότερη θνησιμότητα. Αυτό υποδηλώνει ότι κάθε αύξηση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας, χωρίς ωστόσο να είναι σαφές το σχετικό όριο.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά τα δεδομένα, φαίνεται ότι η πρόληψη και η έγκαιρη θεραπεία της κατάθλιψης μπορεί να διαδραματίσει έναν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της βέλτιστης υγείας και στη μείωση της θνησιμότητας σε ηλικιωμένους ασθενείς. Από μελέτες έχει φανεί ότι η ελεγχόμενη περίθαλψη της κατάθλιψης στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας μειώνει τη θνησιμότητα σε ηλικιωμένους με μείζονα κατάθλιψη. Η φαρμακοθεραπεία για την κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας μπορεί να είναι αποτελεσματική. Ωστόσο, η χρήση αντικαταθλιπτικών σε αυτόν τον πληθυσμό ενδέχεται να έχει ιδιαίτερες προκλήσεις. Για παράδειγμα, τα αντικαταθλιπτικά μπορεί να έχουν αρνητική επίδραση στην υγεία, διαταράσσοντας τις προσαρμοστικές διαδικασίες, όπως αυτές του ανοσοποιητικού συστήματος. Επιπλέον, από τους διάφορους υπότυπους κατάθλιψης της τρίτης ηλικίας, η αγγειακή κατάθλιψη ανθίσταται στην αντικαταθλιπτική θεραπεία. Για όλους τους παραπάνω λόγους, για την κατάλληλη διαχείριση της ψυχικής υγείας σε ηλικιωμένους θα πρέπει επίσης εξετάζεται το ενδεχόμενο εφαρμογής ποικίλων ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων. Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν ψυχοθεραπεία επίλυσης προβλημάτων, γνωσιακή ψυχοθεραπεία και διαπροσωπική ψυχοθεραπεία. Όλες οι παραπάνω προσεγγίσεις μπορεί να είναι βοηθητικές στη διαχείριση της κατάθλιψης της τρίτης ηλικίας σε ηλικιωμένους με κατάθλιψη που ανθίσταται στα αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
GDS – 15: 15-item Geriatric Depression Scale, CI: Confidence Interval.
Βιβλιογραφία:
Wei J, Hou R, Zhang X, Xu H, Xie L, Chandrasekar EK, Ying M, Goodman M. The association of late-life depression with all-cause and cardiovascular mortality among community-dwelling older adults: systematic review and meta-analysis. Br J Psychiatry. 2019 Aug;215(2):449-455. doi: 10.1192/bjp.2019.74. Epub 2019 Apr 10. πηγή : pfizer
Η επιθυμία για αλκοόλ εξαρτάται από τη νευροχημεία και τα κυκλώματα του εγκεφάλου. Τα φάρμακα μπορούν να παίξουν ρόλο στην αναστροφή ή τη σταθεροποίηση της επίδρασης της διαταραχής χρήσης αλκοόλ στην εγκεφαλική λειτουργία, βοηθώντας τη διακοπή και/ ή μειώνοντας την κατανάλωση οινοπνεύματος, είπε στη συνάντηση ο Michael Fleming (North Western University, Chicago, USA). Εφόσον η διαταραχή χρήσης αλκοόλ είναι μια χρόνια νόσος και λιγότεροι από 20-30% των ασθενών επιτυγχάνουν να αποφύγουν την υποτροπή, προσπάθειες να μειωθεί η κατανάλωση αλκοόλ, από το να στοχεύει κανείς την απόλυτη διακοπή για πάντα, είναι απαραίτητες σε πολλές περιπτώσεις.
Στην περίπτωση της διαταραχής χρήσης αλκοόλ προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε έναν πολύπλοκο συνδυασμό νευροβιολογικών φαινομένων, συμπεριλαμβανομένης της επιθυμίας και των συστημάτων επιβράβευσης και παρόρμησης. Συχνά συνυπάρχουν και άλλα ψυχιατρικά νοσήματα. Υπάρχει επίσης πιθανότητα ταυτόχρονης χρήσης και άλλων ουσιών και συγκεκριμένα στις Η.Π.Α., η χρήση της μαριχουάνας προκαλεί έντονη ανησυχία λόγω της αποποινικοποίησής της σε πολλές πολιτείες. Αντίθετα με την περίπτωση των καναβινοειδών, δεν υπάρχει ένας μοναδικός υποδοχέας. Το οινόπνευμα επηρεάζει πολλαπλά συστήματα νευροδιαβίβασης και τα συμπτώματα απόσυρσης μπορεί να επιμείνουν για μήνες.
Από όλες τις διαταραχές που οι ψυχίατροι καλούνται να αντιμετωπίσουν, αυτή είναι από τις πιο πολύπλοκες.
Οπότε δεν θα υπάρξει κάποια μαγική συνταγή. Τα φάρμακα από μόνα τους δεν μπορούν να είναι αποτελεσματικά. Πολλαπλές θεραπείες θα πρέπει να εφαρμοστούν, συμβουλευτική, ομαδική ψυχοθεραπεία, ομάδες αυτό-βοήθειας, θεραπεία αποκατάστασης. Συχνά η οικογένεια πρέπει να εμπλακεί όπως και ο ασθενής. Και πρέπει να διαχειριστούμε τα συνοδά νοσήματα.
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που είναι ανεξάρτητοι αλλά αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην κατανάλωση αλκοόλ. Και το πρόβλημά τους μπορεί να μην είναι εμφανές.
Σημείο να ξεκινήσει κανείς αποτελεί η αξιολόγηση της ποσότητας κατανάλωσης αλκοόλ, η οποία μπορεί να διαφέρει σημαντικά μεταξύ ασθενών με διαταραχή χρήσης αλκοόλ. Χρήσιμοι βιοδείκτες όπως το ethyl glucuronide (EtG), ένας μεταβολίτης του οινοπνεύματος, και η phosphatidylethanol, ένα φωσφολιπίδιο που σχηματίζεται στην κυτταρική μεμβράνη των ερυθροκυττάρων, είναι διαθέσιμοι ώστε να επιβεβαιώσουν τη βαριά κατανάλωση οινοπνεύματος.
Ενώ το DSM-IV περιέγραφε ξεχωριστά τις 2 διαταραχές, την κατάχρηση και την εξάρτηση από το οινόπνευμα, το DSM-5 σήμερα έχει μόνο μία διάγνωση, τη διαταραχή χρήσης αλκοόλ, με υποκατηγορίες ανάλογα με τη βαρύτητα της νόσου. Για να υποφέρει από σοβαρή διαταραχή χρήσης αλκοόλ, ο ασθενής θα πρέπει να πληρεί τουλάχιστον 6 από τα 11 κριτήρια που αναφέρονται στο διαγνωστικό εργαλείο. Όντας σε αυτή την κατηγορία θα δικαιολογούσε φυσικά τη χορήγηση σκευασμάτων εξήγησε ο Dr Fleming. Αλλά οποιοδήποτε ιστορικό νοσηλειών λόγω συνδρόμου απόσυρσης ή αυτοκτονικής συμπεριφοράς προσθέτει στην πολυπλοκότητα της θεραπευτικής προσέγγισης.
Η παρούσα ομιλία έλαβε χώρα στο American Psychiatric Association (APA) 2015 Annual Meeting, May 16 - 20, 2015; Toronto, Ontario, Canada
Πηγή:Lundbeck
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει προβλέψει ότι έως το 2020 η κατάθλιψη θα γίνει η τρίτη κύρια αιτία αναπηρίας παγκοσμίως. 1 Η κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας είναι η εμφάνιση μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής σε ενήλικες ηλικίας 60 ετών και άνω. 2Η κατάθλιψη στους ηλικιωμένους είναι διαδεδομένη σε περιβάλλοντα κοινότητας και ακόμη πιο διαδεδομένη μεταξύ ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας που έχουν νοσηλευθεί λόγω σοβαρών σωματικών ασθενειών ή έχουν εγκλειστεί σε ιδρύματα λόγω μειωμένης σωματικής ή/και γνωστικής λειτουργικότητας. 1
Η μείζων καταθλιπτική διαταραχή (ΜΚΔ) εμφανίζεται σε ποσοστό έως 5% των ηλικιωμένων που διαμένουν στην κοινότητα, ενώ το 8-16% των ηλικιωμένων έχουν κλινικά σημαντικά καταθλιπτικά συμπτώματα. Τα ποσοστά της ΜΚΔ αυξάνονται όσο αυξάνονται οι συννοσηρότητες, με αναφερόμενα ποσοστά της τάξης του 5-10% στην πρωτοβάθμια περίθαλψη και ποσοστά που φτάνουν έως το 37% μετά από νοσηλεία σε μονάδα εντατικής θεραπείας. 2
Γνωστοί παράγοντες κινδύνου για την κατάθλιψη είναι το γυναικείο φύλο, η μεγαλύτερη ηλικία, η χαμηλότερη ικανότητα αντιμετώπισης καταστάσεων, η σωματική νοσηρότητα, το μειωμένο επίπεδο λειτουργικότητας, η μειωμένη γνωστική λειτουργία και το πένθος. Η κατάθλιψη έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας και χειρότερη έκβαση της θεραπείας των σωματικών διαταραχών.
Επιπροσθέτως, η κατάθλιψη μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα ζωής . 1
Οι συνυπάρχουσες ιατρικές παθήσεις περιπλέκουν την αντιμετώπιση της κατάθλιψης. Οι ασθενείς με κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας παρουσιάζουν μεγαλύτερο ποσοστό συνυπαρχουσών ασθενειών και χρήσης συγχορηγούμενων φαρμάκων από τους μη καταθλιπτικούς συνομηλίκους τους. Η σχέση μεταξύ της κατάθλιψης και μιας συνυπάρχουσας ιατρικής πάθησης μπορεί να είναι αμφίδρομη: ιατρικά προβλήματα όπως ο χρόνιος πόνος ενδέχεται να δημιουργήσουν προδιάθεση για κατάθλιψη, ενώ η κατάθλιψη σχετίζεται με χειρότερη έκβαση παθήσεων όπως η καρδιακή νόσος. Οι συνυπάρχουσες ασθένειες εγείρουν ανησυχίες για την πολυφαρμακία, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων των ψυχοτρόπων φαρμάκων στις ιατρικές παθήσεις και το μεταβολισμό άλλων φαρμάκων. Η σχετιζόμενη με την ηλικία μείωση του μεταβολισμού των φαρμάκων μπορεί επίσης να συμβάλλει σε αυξημένα ποσοστά ανεπιθύμητων ενεργειών των φαρμάκων. Η συνυπάρχουσα γνωστική διαταραχή είναι συχνή σε ασθενείς με κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας και μπορεί να περιλαμβάνει πολλαπλούς τομείς της γνωστικής λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένης της εκτελεστικής λειτουργίας, της προσοχής και της μνήμης. Η κατάθλιψη μπορεί να αποτελεί τόσο παράγοντα κινδύνου όσο και εκδήλωση της μείωσης της γνωστικής λειτουργίας, καθώς σχετίζεται με αυξημένο μακροχρόνιο κίνδυνο άνοιας. Συνεπώς, τα γνωστικά ελλείμματα μπορεί να είναι σημεία επιταχυνόμενης γήρανσης του εγκεφάλου που δημιουργεί προδιάθεση για την κατάθλιψη και την διαιωνίζει. 2
Η κατάθλιψη και το άγχος συχνά συνυπάρχουν μεταξύ των ηλικιωμένων. Οι γηριατρικοί ασθενείς με κατάθλιψη και άγχος θέτουν επίσης ειδικές προκλήσεις στους ιατρούς, όπως είναι αυξημένη συννοσηρότητα και οι μεταβολές της γνωστικής λειτουργίας, που μπορεί να επιφέρουν σύγχυση στη διάγνωση. Άλλα χαρακτηριστικά της κοόρτης (π.χ., φόβος στιγματισμού από την ψυχική νόσο, τάση απόδοσης των ψυχιατρικών συμπτωμάτων σε ιατρικά αίτια) μπορεί να οδηγήσουν σε ανεπαρκή αναφορά των ψυχιατρικών συμπτωμάτων. Επιπροσθέτως, οι περισσότεροι ηλικιωμένοι αναζητούν ψυχιατρική φροντίδα από ιατρούς πρωτοβάθμιας περίθαλψης και όχι από ειδικούς στην ψυχική υγεία. 3
Τα ποσοστά συννοσηρότητας ΜΚΔ και διαταραχών άγχους είναι υψηλά. Σε μελέτες βασισμένες στην κοινότητα, το 47,5% των καταθλιπτικών ηλικιωμένων πληρούν και τα διαγνωστικά κριτήρια μιας αγχώδους διαταραχής. Μεταξύ των ηλικιωμένων ασθενών πρωτοβάθμιας περίθαλψης με κατάθλιψη, το 61,4% έχουν και μία αγχώδη διαταραχή. Επίσης, το 27,5%-30,9% των ηλικιωμένων ψυχιατρικών ασθενών που διαγιγνώσκονται με ΜΚΔ αναφέρουν κλινικά σημαντικά συμπτώματα Γενικευμένης Αγχώδους Διαταραχής (ΓΑΔ). Τα συμπτώματα ΓΑΔ είναι τα πιο συχνά συμπτώματα άγχους μεταξύ των ηλικιωμένων με ή χωρίς κατάθλιψη. 3
Η συνύπαρξη κατάθλιψης και άγχους σχετίζεται επίσης με πιο έντονη συναισθηματική δυσφορία, αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικού ιδεασμού και πτωχότερη ανταπόκριση στη θεραπεία. 3
Συχνά συμπτώματα άγχους που μπορεί να συνυπάρχουν με ΜΚΔ περιλαμβάνουν: μη ρεαλιστικούς φόβους, υπερβολική και ανεξέλεγκτη ανησυχία, συμπεριφορική διέγερση, ευερεθιστότητα, μυϊκή τάση, αϋπνία στην έναρξη του ύπνου, κόπωση, προβλήματα συγκέντρωσης, αίσθημα καρδιακών παλμών, δυσκολία την αναπνοή, σφίξιμο στο στήθος, στομαχική δυσφορία, τρόμο ή ρίγος, κεφαλαλγία, διαρκή αναζήτηση καθησυχασμού, υπερβολικό έλεγχο και αποφυγή των καταστάσεων που προκαλούν φόβο. 3
Ηλικιωμένοι ψυχιατρικοί ασθενείς με αγχώδη κατάθλιψη αναφέρουν πιο σοβαρά ψυχιατρικά συμπτώματα, μειωμένη κοινωνική λειτουργικότητα και πιο έντονες σωματικές ενοχλήσεις σε σχέση με τους ασθενείς που πάσχουν μόνο από κατάθλιψη. Φαρμακολογικές μελέτες της ΜΚΔ στην τρίτη ηλικία έχουν δείξει μειωμένη ανταπόκριση στην ψυχιατρική θεραπεία για τους ασθενείς με αγχώδη κατάθλιψη. 3
Ο έλεγχος για κατάθλιψη είναι σημαντικός, αλλά τυχόν θετικά αποτελέσματα θα πρέπει να ακολουθούνται από λεπτομερή αξιολόγηση για την εκτίμηση της ασφάλειας των ασθενών και τη διασφάλιση της αναγκαιότητας της θεραπείας. Ως θεραπεία πρώτης γραμμής μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε φαρμακοθεραπεία είτε ψυχοθεραπεία. Τα αντικαταθλιπτικά που κυκλοφορούν είναι αποτελεσματικά σε μεγαλύτερης ηλικίας πληθυσμούς με κατάθλιψη, αλλά οι ηλικιωμένοι μπορεί να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών από τα φάρμακα. Οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (serotonin-reuptake inhibitors, SSRIs) θεωρούνται ως φαρμακοθεραπεία πρώτης γραμμής στους ηλικιωμένους2 ενώ και οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης και νοραδρεναλίνης (serotonin-norepinephrine reuptake inhibitors, SNRIs) θεωρούνται ως φαρμακοθεραπεία πρώτης γραμμής στη μέτρια ή σοβαρή κατάθλιψη. 4
Οι ηλικιωμένοι με κατάθλιψη θα πρέπει να παροτρύνονται να αυξήσουν τη σωματική τους δραστηριότητα στο βαθμό που μπορούν. Σε μια μετα-ανάλυση επτά τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων μελετών, η μέτριας έντασης άσκηση μείωσε τα καταθλιπτικά συμπτώματα. Άλλες εύλογες συστάσεις περιλαμβάνουν βελτίωση της διατροφής, καθώς επίσης αύξηση της συμμετοχής σε δραστηριότητες που προκαλούν ευχαρίστηση καθώς και αύξηση των κοινωνικών επαφών. Ωστόσο, λόγω του ότι η κατάθλιψη αυξάνει την πρόκληση της πραγματοποίησης αλλαγών στον τρόπο ζωής, αυτές οι συστάσεις είναι σε γενικές γραμμές ανεπαρκείς αν δεν γίνουν και άλλες παρεμβάσεις, όπως φαρμακοθεραπεία, ψυχοθεραπεία ή και τα δύο. 2
Η αγχώδης κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας έχει σημασία τόσο για την κλινική όσο και για τη δημόσια υγεία, καθώς αποτελεί συχνή κλινική εκδήλωση σε διάφορα περιβάλλοντα φροντίδας ηλικιωμένων ατόμων και συνδέεται με αυξημένους κινδύνους για την υγεία. Παρατηρείται αυξημένη συναισθηματική δυσφορία, αυτοκτονικότητα, λειτουργική διαταραχή και μειωμένη ποιότητα ζωής και κατάσταση υγείας σε ασθενείς με αγχώδη κατάθλιψη στην τρίτη ηλικία. Συνεπώς, υπάρχει ανάγκη για βελτίωση της αναγνώρισης και θεραπείας των ηλικιωμένων με αγχώδη κατάθλιψη.
Βιβλιογραφία:
Sivertsen H et al. Depression and quality of life in older persons: a review. Dement Geriatr Cogn Disord 2015; 40:311–339.
Taylor WD. Depression in the elderly. N Engl J Med 2014; 371:1228-36.
Diefenbach GJ & Goethe J. Clinical interventions for late-life anxious depression. Clin Interv Aging 2006; 1:41–50.
Davidson JRT. Major depressive disorder treatment guidelines in America and Europe. J Clin Psychiatry 2010; 71[suppl E1]:e04
PP-GEP-GRC-0509-SEP19
Pfizer.gr
Η σχιζοφρένεια είναι μια χρόνια, ετερογενής, πολύπλευρη και εξουθενωτική διαταραχή που πυροδοτείται από ένα σύνολο αλληλεπιδρώντων γενετικών, επιγενετικών αναπτυξιακών και περιβαλλοντικών παραγόντων που παρεμβαίνουν συλλογικά στη φυσιολογική ανάπτυξη και ωρίμανση του εγκεφάλου. Έχει επιπολασμό ~1% παγκοσμίως και αντιπροσωπεύει σοβαρή κοινωνικοοικονομική επιβάρυνση, κυρίως ως αποτέλεσμα έμμεσων δαπανών, όπως ανεργία και κοινωνική υποστήριξη, αλλά και λόγω της νοσηλείας κατά τη διάρκεια των κρίσεων. Παρόλες τις σπάνιες και συνήθως σοβαρές περιπτώσεις σχιζοφρένειας πρώιμης έναρξης, η εν λόγω νόσος συνήθως διαγιγνώσκεται σε νεαρούς ενήλικες με το “πρώτο επεισόδιο ψύχωσης”.1
Χαρακτηρίζεται από πλειάδα συμπτωμάτων, συμπεριλαμβανομένων παραληρητικών ιδεών, ψευδαισθήσεων, αποδιοργανωμένου λόγου ή συμπεριφοράς και μειωμένης γνωστικής ικανότητας. H πρώιμη έναρξη της νόσου, παράλληλα με τη χρόνια πορεία της, την καθιστούν μία διαταραχή που προκαλεί αναπηρία σε πολλούς ασθενείς και τις οικογένειές τους. Συχνά η αναπηρία προκύπτει τόσο από αρνητικά συμπτώματα (που χαρακτηρίζονται από απώλεια ή ελλείμματα) όσο και από γνωστικά συμπτώματα, όπως διαταραχές της προσοχής, της εργασιακής μνήμης ή της εκτελεστικής λειτουργίας. Επίσης, μπορεί να παρουσιαστεί υποτροπή λόγω θετικών συμπτωμάτων όπως καχυποψία, παραληρητικές ιδέες και ψευδαισθήσεις. Η εγγενής ετερογένεια της σχιζοφρένειας έχει οδηγήσει σε έλλειψη συναίνεσης σχετικά με τα διαγνωστικά κριτήρια, την αιτιολογία και την παθοφυσιολογία της διαταραχής.2
Παρόλα αυτά, το πρώτο επεισόδιο ψύχωσης είναι αυτό που οδηγεί στη διάγνωση και καθιστά αναγκαία την ταχεία θεραπεία. Με εξαίρεση μια μειοψηφία ασθενών που υφίστανται μόνο ένα επεισόδιο, τα άτομα με αληθή σχιζοφρένεια συνεχίζουν να διατρέχουν κίνδυνο ψυχωσικών κρίσεων σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Επιπροσθέτως, οι υποκλινικές ψυχωσικές εμπειρίες είναι συχνές κατά τη διάρκεια της πρόδρομης φάσης.1
Οι ανωμαλίες στη νευροδιαβίβαση έχουν θέσει τη βάση για τις θεωρίες της παθοφυσιολογίας της σχιζοφρένειας. Οι περισσότερες από αυτές τις θεωρίες επικεντρώνονται είτε στην περίσσεια, είτε στην έλλειψη νευροδιαβιβαστών, συμπεριλαμβανομένης της ντοπαμίνης, της σεροτονίνης και του γλουταμινικού οξέος. Άλλες θεωρίες ενοχοποιούν το ασπαρτικό οξύ, τη γλυκίνη και το γ-αμινοβουτυρικό οξύ (gamma-Aminobutyric acid, GABA) ως μέρος της νευροχημικής διαταραχής της σχιζοφρένειας.2
Η παθολογική δραστηριότητα στις θέσεις των υποδοχέων ντοπαμίνης (ειδικά των D2) θεωρείται ότι σχετίζεται με πολλά από τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας. Οι ντοπαμινεργικές οδοί που έχουν ενοχοποιηθεί είναι τέσσερις: η μελαινοραβδωτή οδός ξεκινά από τη μέλαινα ουσία και καταλήγει στον κερκοφόρο πυρήνα. Τα χαμηλά επίπεδα ντοπαμίνης εντός αυτής της οδού θεωρείται ότι επηρεάζουν το εξωπυραμιδικό σύστημα, οδηγώντας σε κινητικά συμπτώματα. Η μεσοµεταιχµιακή οδός, που εκτείνεται από την κοιλιακή καλυπτήρια περιοχή προς τις µεταιχµιακές περιοχές, μπορεί να παίζει ρόλο στα θετικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας αν υπάρχει περίσσεια ντοπαμίνης. Η μεσοφλοιϊκή οδός εκτείνεται από την κοιλιακή καλυπτήρια περιοχή προς τον φλοιό. Τα αρνητικά συμπτώματα και τα γνωστικά ελλείμματα στη σχιζοφρένεια θεωρείται ότι προκαλούνται από τα χαμηλά επίπεδα ντοπαμίνης στη μεσοφλοιϊκή οδό. Η φυματοχοανική οδός ξεκινά από τον υποθάλαμο και καταλήγει στην υπόφυση. Η μείωση ή αναστολή της ντοπαμίνης στη φυματοχοανική οδό οδηγεί σε αυξημένα επίπεδα προλακτίνης και, κατά συνέπεια, σε γαλακτόρροια, αμηνόρροια και μειωμένη γενετήσια ορμή.2
Η υπόθεση της σεροτονίνης για την ανάπτυξη σχιζοφρένειας προέκυψε ως αποτέλεσμα της ανακάλυψης ότι το διαιθυλαμίδιο του λυσεργικού οξέος (LSD) ενισχύει τη δράση της σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Μεταγενέστερη έρευνα οδήγησε στην ανάπτυξη φαρμακευτικών ουσιών που αναστέλλουν τους υποδοχείς και της ντοπαμίνης και της σεροτονίνης, σε αντίθεση με παλαιότερα φάρμακα που επηρέαζαν μόνο τους υποδοχείς ντοπαμίνης. Έχει διαπιστωθεί ότι οι νεότερες ουσίες είναι αποτελεσματικές στην ανακούφιση τόσο των θετικών όσο και των αρνητικών συμπτωμάτων της σχιζοφρένειας.2Μια άλλη θεωρία για τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας περιλαμβάνει τη δράση του γλουταμινικού, του κύριου διεγερτικού νευροδιαβιβαστή στον εγκέφαλο. Αυτή η θεωρία προέκυψε ως απάντηση στο εύρημα ότι η φαινυλκυκλιδίνη και η κεταμίνη, δύο μη ανταγωνιστικοί ανταγωνιστές του NMDA (N-Methyl-D-aspartate) /γλουταμινικού, επάγουν συμπτώματα τύπου σχιζοφρένειας. Εν συνεχεία, αυτό έδειξε ότι οι NMDA υποδοχείς είναι ανενεργοί στη φυσιολογική ρύθμιση των νευρώνων ντοπαμίνης στη μεσοφλοιϊκή οδό και έδωσε μια πιθανή εξήγηση του λόγου για τον οποίο οι ασθενείς με σχιζοφρένεια παρουσιάζουν αρνητικά, συναισθηματικά και γνωστικά συμπτώματα.2
Η διάγνωση της σχιζοφρένειας, που λειτουργικά αντιστοιχεί με το πρώτο επεισόδιο ψύχωσης, συνήθως γίνεται σε νεαρούς ενήλικες αλλά μπορεί (αν και σπάνια) να τεθεί και στην παιδική ηλικία, στην εφηβεία ή αργότερα. Σε γενικές γραμμές ακολουθεί μία πρόδρομη φάση κινδύνου, στην οποία παρατηρούνται εμφανή υποουδικά ψυχωσικά επεισόδια και άλλα χαρακτηριστικά συμπτώματα. Μόλις διαγνωστεί η σχιζοφρένεια, ακολουθεί μια πορεία με διακυμάνσεις που χαρακτηρίζεται από οξεία έξαρση ψυχωσικών κρίσεων που επικάθονται σε υπόβαθρο ανεπαρκώς ελεγχόμενων αρνητικών, νευρογνωστικών και κοινωνικογνωστικών συμπτωμάτων. Περίπου 10–15% των ασθενών αναρρώνουν μετά το πρώτο επεισόδιο ψύχωσης, ενώ αντίστοιχο ποσοστό παρουσιάζει πιο σοβαρή και συνεχή μορφή της διαταραχής. Επιπρόσθετα με την κληρονομικότητα, πολλοί περιβαλλοντικοί παράγοντες κινδύνου έχουν ενοχοποιηθεί τόσο κατά τη διάρκεια της περιγεννητικής περιόδου (πρώτο κύμα), όσο και κατά τη διάρκεια της εφηβείας (δεύτερο κύμα). Γενετικές και περιβαλλοντικές επιδράσεις δρουν, τουλάχιστον εν μέρει, μέσω του λανθασμένου επιγενετικού προγραμματισμού της νευροανάπτυξης. Καθόλη τη διάρκεια της διαταραχής, δυσμενή περιβαλλοντικά συμβάντα μπορούν να πυροδοτήσουν κρίσεις.1
Της έναρξης της σχιζοφρένειας προηγείται μία φάση γνωστή ως πρόδρομη περίοδος, κατά τη διάρκεια της οποίας εμφανίζονται προοδευτικά αρκετά υποκλινικά χαρακτηριστικά, αν και με διαφορές μεταξύ των ατόμων. Σύμφωνα με την έννοια της κλινικής σταδιοποίησης, τα πρωιμότερα συμπτώματα μπορεί να είναι μη ειδικά και περιλαμβάνουν άγχος, καταθλιπτική διάθεση, κοινωνική απόσυρση και εκπαιδευτικές δυσκολίες, ενώ αυτά τα πρώιμα συμπτώματα ακολουθούνται από την εμφάνιση των “βασικών συμπτωμάτων” — ήπιες διαταραχές της γνωστικής λειτουργίας, της αντίληψης, της γλώσσας και του συναισθήματος — καθώς επίσης από μειωμένη ανοχή στο στρες και μειωμένη δυνατότητα αντιμετώπισής του. Αργότερα, εμφανίζονται πιο έντονες διαταραχές και αποδιοργανωμένος λόγος, καθώς και υποκλινικά θετικά συμπτώματα. Αυτά τα “σύντομα, περιορισμένα, διαλείποντα, ψυχωσικά συμπτώματα” και “εξασθενημένα ψυχωσικά συμπτώματα” είναι λιγότερο σοβαρά από ένα πλήρες ψυχωσικό επεισόδιο. Κατά τη διάρκεια της πρόδρομης περιόδου, παρατηρούνται όχι μόνο αρνητικά συμπτώματα αλλά και κοινωνικογνωστικές διαταραχές που συχνά είναι έντονα/-ες και συνδέονται με πτωχή λειτουργικότητα και μεγάλη πιθανότητα μετάπτωσης σε σχιζοφρένεια. Τα νευρογνωστικά ελλείμματα είναι επίσης εμφανή.1
Τα άτομα με τη συγκεκριμένη διαταραχή μπορεί να παρουσιάσουν διάφορες εκδηλώσεις. Σε αντίθεση με τον τρόπο παρουσίασης της νόσου στα μέσα, η σχιζοφρένεια δεν περιλαμβάνει διχασμό της προσωπικότητας. Αντ’ αυτού, πρόκειται για μια χρόνια ψυχωσική διαταραχή που διαταράσσει τις σκέψεις και το συναίσθημα του ασθενή. Η ασθένεια συνήθως παρεμβαίνει στην ικανότητα του ασθενή να συμμετάσχει σε κοινωνικές εκδηλώσεις και να δημιουργήσει ουσιαστικές σχέσεις. Η κοινωνική απόσυρση, μεταξύ άλλων παθολογικών (σχιζοειδών) συμπεριφορών, συνήθως προηγείται του πρώτου ψυχωσικού επεισοδίου ενός ατόμου. Ωστόσο, ορισμένα άτομα ενδέχεται να μην παρουσιάσουν κανένα απολύτως σύμπτωμα. Τα ψυχωσικά επεισόδια χαρακτηρίζονται από ειδικά για κάθε ασθενή σημεία και συμπτώματα (ψυχωσικά χαρακτηριστικά) που αντικατοπτρίζουν την “ψευδή πραγματικότητα” που έχει δημιουργηθεί στο μυαλό του ασθενή.2
Όπως επισημάνθηκε νωρίτερα, τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας κατηγοριοποιούνται σε θετικά, αρνητικά ή γνωστικά. Κάθε σύμπτωμα είναι ζωτικής σημασίας καθώς ο κλινικός ιατρός προσπαθεί να διακρίνει τη σχιζοφρένεια από άλλες ψυχωσικές διαταραχές, όπως σχιζοσυναισθηματική διαταραχή, καταθλιπτική διαταραχή με ψυχωσικά χαρακτηριστικά και διπολική διαταραχή με ψυχωσικά χαρακτηριστικά.2
Τα θετικά συμπτώματα είναι τα πιο εύκολα αναγνωρίσιμα και μπορούν να ταξινομηθούν απλά ως “ψυχωσικές συμπεριφορές που δεν παρατηρούνται σε υγιείς ανθρώπους”. Τέτοια συμπτώματα περιλαμβάνουν παραληρητικές ιδέες, ψευδαισθήσεις και παθολογική κινητική συμπεριφορά διαφόρων βαθμών βαρύτητας.2
Τα αρνητικά συμπτώματα είναι δυσκολότερο να διαγνωστούν αλλά σχετίζονται με υψηλή νοσηρότητα καθώς διαταράσσουν τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά του ασθενή. Τα πιο κοινά αρνητικά συμπτώματα είναι μειωμένη συναισθηματική έκφραση και αβουλησία (μειωμένη έναρξη στοχοθετημένης συμπεριφοράς). Οι ασθενείς μπορεί επίσης να παρουσιάσουν αλογία και ανηδονία. 2
Τα γνωστικά συμπτώματα είναι η νεότερη ταξινόμηση στη σχιζοφρένεια. Τα εν λόγω συμπτώματα είναι μη ειδικά και, επομένως, πρέπει να είναι αρκετά σοβαρά για τα προσέξει κάποιος άλλος. Περιλαμβάνουν αποδιοργανωμένο λόγο, σκέψη ή/και προσοχή, που εν τέλει επηρεάζουν την ικανότητα του ατόμου να επικοινωνεί.2
Οι στόχοι της θεραπείας της σχιζοφρένειας περιλαμβάνουν τη στόχευση των συμπτωμάτων, την πρόληψη της υποτροπής και την αύξηση της προσαρμοστικής λειτουργίας έτσι ώστε ο ασθενής να μπορεί να ενσωματωθεί και πάλι στην κοινότητα. Εφόσον οι ασθενείς σπάνια επανέρχονται στο αρχικό επίπεδο προσαρμοστικής λειτουργίας, πρέπει να χρησιμοποιούνται τόσο φαρμακευτικές, όσο και μη φαρμακευτικές θεραπείες για τη βελτιστοποίηση των μακροπρόθεσμων εκβάσεων. Η φαρμακευτική αγωγή είναι ο στυλοβάτης της αντιμετώπισης της σχιζοφρένειας, αλλά τα υπολειμματικά συμπτώματα μπορεί να επιμείνουν. Για το λόγο αυτό, είναι σημαντικές και οι μη φαρμακευτικές θεραπείες, όπως η ψυχοθεραπεία.2
Βιβλιογραφία:
Millan MJ. Altering the course of schizophrenia: progress and perspectives. Nat Rev Drug Discov 2016; 15:485-515.
Patel KR. Schizophrenia: Overview and Treatment Options. P T 2014; 39:638-45.
πηγή:pfizer
Η διαταραχή γενικευμένου άγχους (ΔΓΑ) είναι σχετικά συχνή, με τα ποσοστά επιπολασμού στη διάρκεια της ζωής να κυμαίνονται μεταξύ 4-7%. 1 Είναι μια διαταραχή χρόνιας, μη ελεγχόμενης ανησυχίας, που είναι πολυεστιακή (π.χ., σχετικά με τα οικονομικά, την οικογένεια, την υγεία και το μέλλον), υπερβολική και δύσκολο να ελεγχθεί, 2 ενώ συνήθως συνοδεύεται από σωματικά συμπτώματα όπως διαταραχές του ύπνου, μυϊκή τάση και δυσκολία συγκέντρωσης. Η συγκεκριμένη διαταραχή σχετίζεται με σοβαρή διαταραχή της κοινωνικής και επαγγελματικής λειτουργικότητας, συννοσηρότητα με άλλες διαταραχές και αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονίας. Η ΔΓΑ μπορεί να παραμένει αδιάγνωστη λόγω επικέντρωσης στα σωματικά συμπτώματα και λόγω του στίγματος που συνοδεύει την ψυχική νόσο. 1
Η ηλικία έναρξης ποικίλλει ευρέως: ορισμένες περιπτώσεις διαταραχής γενικευμένου άγχους αρχίζουν στην παιδική ηλικία, οι περισσότερες αρχίζουν στην πρώιμη ενήλικη ζωή, ενώ άλλη μία περίοδος αιχμής της εμφάνισης νέων περιπτώσεων παρατηρείται σε ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας, συχνά σε έδαφος χρόνιων σωματικών ασθενειών. Η διαταραχή γενικευμένου άγχους είναι, εξ ορισμού, μια χρόνια διαταραχή, για τη διάγνωσή της απαιτείται η εμφάνιση συμπτωμάτων άγχους που διαρκούν τουλάχιστον 6 μήνες, ενώ οι περισσότεροι ασθενείς ταλαιπωρούνται από τη διαταραχή για πολλά χρόνια προτού αναζητήσουν θεραπεία. 2
Καλά τεκμηριωμένοι παράγοντες κινδύνου για τη διαταραχή γενικευμένου άγχους περιλαμβάνουν το γυναικείο φύλο, τη χαμηλή κοινωνικοοικονομική κατάσταση και την έκθεση σε αντιξοότητες κατά την παιδική ηλικία (π.χ., σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση, παραμέληση και γονεϊκά προβλήματα που αφορούν συντροφική βία, αλκοολισμό και χρήση ναρκωτικών ουσιών).
Τα κριτήρια για τη διάγνωση της διαταραχής γενικευμένου άγχους, όπου πρέπει να παρατηρούνται όλα τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται παρακάτω προκειμένου να γίνει η συγκεκριμένη διάγνωση (DSM-V: Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders), είναι: 2
Υπερβολικό άγχος και ανησυχία για διάφορα γεγονότα, που υπάρχει τις περισσότερες ημέρες για 6 τουλάχιστον μήνες.
Το άτομο δυσκολεύεται να ελέγξει την ανησυχία.
Το άγχος και η ανησυχία συνοδεύονται από τουλάχιστον τρία από τα ακόλουθα 6 συμπτώματα (στα παιδιά απαιτείται μόνο ένα σύμπτωμα): ανησυχία ή αίσθημα αγωνίας ή εκνευρισμού, εύκολη κόπωση, δυσκολία συγκέντρωσης ή αίσθημα ότι το μυαλό είναι κενό, ευερεθιστότητα, μυϊκή τάση και διαταραχή του ύπνου.
Το άγχος, η ανησυχία ή τα σχετιζόμενα σωματικά συμπτώματα προκαλούν κλινικά σημαντική δυσφορία ή έκπτωση σημαντικών τομέων της λειτουργικότητας.
Η διαταραχή δεν οφείλεται στις φυσιολογικές δράσεις μιας ουσίας ή σε ιατρική κατάσταση.
Η διαταραχή δεν εξηγείται καλύτερα από άλλη ψυχική διαταραχή.
Η διαταραχή γενικευμένου άγχους είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη σε περιβάλλοντα πρωτοβάθμιας περίθαλψης, όπου εμφανίζεται σε ποσοστό μεταξύ 7-8% των ασθενών. Ωστόσο, οι ασθενείς σπάνια αναφέρουν το σύμπτωμα της ανησυχίας. Η κύρια εκδήλωση σε περιβάλλοντα πρωτοβάθμιας περίθαλψης (και όχι ψυχικής υγείας) είναι σωματικά συμπτώματα όπως κεφαλαλγίες ή γαστρεντερικές ενοχλήσεις. 2
Η μείζων κατάθλιψη είναι μια συχνή συνυπάρχουσα πάθηση και εκτιμάται ότι 29-62% των ασθενών με ΔΓΑ πάσχουν από αυτή. Άλλες συχνές συννοσηρότητες είναι η κοινωνική αγχώδης διαταραχή (34%) και η κατάχρηση αλκοόλ (38%). Δυστυχώς, οι ασθενείς που παρουσιάζουν και συννοσηρές ψυχιατρικές διαταραχές είναι πιο επιβαρυμένοι και παρουσιάζουν λιγότερο επιτυχή ανταπόκριση στη θεραπεία από αυτούς που πάσχουν μόνο από ΔΓΑ. 1
Η μείζων κατάθλιψη μπορεί να είναι δύσκολο να διακριθεί από τη διαταραχή γενικευμένου άγχους λόγω του ότι πολλά συμπτώματα της ΔΓΑ (π.χ., κόπωση και αϋπνία) αλληλοκαλύπτονται με αυτά της μείζονος κατάθλιψης. Η διαρκής ανηδονία (ανικανότητα βίωσης ευχαρίστησης), που είναι χαρακτηριστικό της μείζονος κατάθλιψης, δεν είναι σύμπτωμα της ΔΓΑ. Οι ασθενείς με διαταραχή γενικευμένου άγχους συχνά περιγράφουν μία αίσθηση ανικανότητας, ενώ οι ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη μπορεί να αισθάνονται απελπισία. Παρ’ όλα αυτά, τα άτομα με διαταραχή γενικευμένου άγχους παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο σκόπιμου αυτοτραυματισμού, συμπεριλαμβανομένων των αποπειρών αυτοκτονίας. Επίσης, οι ασθενείς με ΔΓΑ παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο άλλων ψυχικών και σωματικών ασθενειών (π.χ., σύνδρομα χρόνιου πόνου, άσθμα ή χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και φλεγμονώδης νόσος του εντέρου). 2
Συνήθως, οι ασθενείς με ΔΓΑ απαντούν θετικά στην ερώτηση “Ανησυχείτε υπερβολικά για ασήμαντα θέματα;” Η συγκεκριμένη ερώτηση αξίζει να τεθεί σε ασθενείς με αϋπνία, καταθλιπτική διάθεση, χρόνια γαστρεντερικά συμπτώματα και άλλα συμπτώματα πόνου ή άλλα ανεξήγητα επαναλαμβανόμενα προβλήματα υγείας. Για τον εντοπισμό της διαταραχής και τη διαχρονική παρακολούθηση των αποτελεσμάτων μπορούν να χρησιμοποιηθούν σύντομα ερωτηματολόγια, όπως το ερωτηματολόγιο 7 ερωτήσεων για τη ΔΓΑ (Generalized Anxiety Disorder 7-item scale, GAD-7), που χρειάζονται μόνο λίγα λεπτά για να συμπληρωθούν από τον ασθενή. 2
Τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες παρέχουν ισχυρές ενδείξεις των οφελών ορισμένων τύπων φαρμακοθεραπείας, ψυχοθεραπείας ή και των δύο για τη διαταραχή γενικευμένου άγχους. 2
Οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν ψυχολογικές θεραπείες και φάρμακα. Οι ψυχολογικές θεραπείες περιλαμβάνουν γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία (ΓΣΘ), συμπεριφορική θεραπεία, εκπαίδευση στις τεχνικές χαλάρωσης και πρακτική εξάσκηση στο διαλογισμό ενσυνειδητότητας. Από αυτές, έχει μελετηθεί περισσότερο και χρησιμοποιείται ευρύτερα η ΓΣΘ. Τα φάρμακα περιλαμβάνουν αντικαταθλιπτικά, κυρίως τους αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης ως φάρμακα πρώτης γραμμής, βενζοδιαζεπίνες και αντισπασμωδικά. 1
Βιβλιογραφία:
Hoge EA. Generalized anxiety disorder: diagnosis and treatment. BMJ 2012; 345:e7500: 1-6
Stein MB & Sareen J. Generalized Anxiety Disorder. N Engl J Med 2015; 373:2059-68.
PP-GEP-GRC-0510-SEP19
πηγή:pfizer
Πρόσφατες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι ο επιπολασμός ζωής στον πληθυσμό για τις προσβολές πανικού είναι 13% και 2% για τη διαταραχή πανικού σύμφωνα με τα κριτήρια του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου Ψυχικών Διαταραχών (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, 5th Edition, DSM-5). Η διαταραχή πανικού και τα σχετιζόμενα συμπτώματά της παρατηρούνται συχνά στην πρωτοβάθμια περίθαλψη.
Προσβολή πανικού είναι μια διακριτή περίοδος φόβου ή άγχους που εμφανίζεται ξαφνικά, κορυφώνεται εντός 10 λεπτών και κατά τη διάρκειά της εμφανίζονται τουλάχιστον τέσσερα από 13 χαρακτηριστικά συμπτώματα. Πολλά από αυτά τα συμπτώματα είναι σωματικά όπως ταχυκαρδία, θωρακικό άλγος, εφίδρωση, ρίγος, ζάλη, έξαψη, αίσθημα ναυτίας, τάση για λιποθυμία, δύσπνοια, αιμωδία/μυρμηκίαση και αίσθημα πνιγμονής. Ένα συχνό συνοδό σύμπτωμα είναι η αποπραγματοποίηση (αίσθημα μη πραγματικότητας) ή αποπροσωποποίηση (αίσθημα απομάκρυνσης/αποστασιοποίησης από τον εαυτό). Άλλα αναγνωρισμένα συμπτώματα της προσβολής πανικού περιλαμβάνουν φοβικές γνωσίες, όπως φόβος απώλειας ελέγχου ή φόβος ότι το άτομο τρελαίνεται ή πεθαίνει.
Οι προσβολές πανικού μπορεί να εμφανιστούν χωρίς να έχει γίνει διάγνωση, αλλά μπορούν να συμβούν σε αρκετές από τις αγχώδεις διαταραχές άγχους, καθώς και σε άλλες ψυχιατρικές διαταραχές.
Για να τεθεί διάγνωση διαταραχής πανικού , πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες συνθήκες σχετικά με τις προσβολές πανικού:
Υποτροπιάζουσες προσβολές πανικού που περιλαμβάνουν τουλάχιστον τέσσερα συμπτώματα (σωματικές αισθήσεις όπως ταχυκαρδία, θωρακικό άλγος, εφίδρωση, τρόμος, πνιγμονή, δύσπνοια, ναυτία, ζάλη/τάση για λιποθυμία, παραισθησίες και εξάψεις ή ρίγος, αίσθημα αποπραγματοποίησης ή αποπροσωποποίησης και φόβοι π.χ., ότι το άτομο τρελαίνεται ή πεθαίνει).
Οι προσβολές πανικού κορυφώνονται γρήγορα και ορισμένες είναι απροσδόκητες ή εμφανίζονται αυτόματα.
Τουλάχιστον μία προσβολή πανικού ακολουθούμενη από έναν μήνα επίμονου άγχους σχετικά με την εμφάνιση περαιτέρω προσβολών ή/και δυσπροσαρμοστική μεταβολή της συμπεριφοράς που σχετίζεται με την προσβολή πανικού.
Οι προσβολές πανικού δεν μπορούν να ερμηνευθούν από κάποια άλλη παθολογική κατάσταση ή από τη χρήση κάποιας ουσίας, π.χ., καφεΐνη.
Όταν υπάρχει αγοραφοβία, φόβος ή άγχος διάρκειας τουλάχιστον έξι μηνών, για δύο ή περισσότερες καταστάσεις όπως οι δημόσιες συγκοινωνίες, οι ανοιχτοί ή κλειστοί χώροι, το να στέκεται το άτομο στην ουρά ή να βρίσκεται μέσα σε πλήθος ή να είναι έξω από το σπίτι μόνο του, όπου η εμφάνιση συμπτωμάτων τύπου πανικού θα μπορούσε να προκαλέσει δυσφορία, δηλ., σκέψεις ότι η διαφυγή μπορεί να είναι δύσκολη ή να μην υπάρχει δυνατότητα βοήθειας. Οι αγοραφοβικές καταστάσεις πρέπει να αποφεύγονται ενεργά ή να υπομένονται με έντονο φόβο ή αλλιώς να απαιτείται η παρουσία συνοδού και ο φόβος, το άγχος ή η αποφυγή να προκαλούν κλινικά σημαντική ενόχληση, η οποία είναι δυσανάλογη με τον πραγματικό κίνδυνο που εγκυμονούν οι συγκεκριμένες καταστάσεις.
Το ιστορικό σωματικών συμπτωμάτων και οι φοβικές γνωσίες του ασθενή πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά καθώς οδηγούν στη διάγνωση. Μπορούν να συγκεντρωθούν ενδείξεις ζητώντας από τον ασθενή να κρατήσει ημερολόγιο με τα συμπτώματα άγχους ή χρησιμοποιώντας ερωτηματολόγια αυτοαξιολόγησης, όπως το Ερωτηματολόγιο Σωματικών Αισθήσεων.
Φυσικά, μπορεί να κριθεί απαραίτητη η περαιτέρω διερεύνηση των σωματικών συμπτωμάτων. Θα πρέπει να παρατηρούνται οι προσβολές πανικού, τα συμπτώματα που τις αποτελούν, η συχνότητα και η εμφάνισή τους με ή/και χωρίς ερεθίσματα ενεργοποίησης. Οι φοβικές γνωσίες μπορούν να αποκαλυφθούν με μια διαδικασία που είναι γνωστή ως Σωκρατική ή μαιευτική μέθοδος διατύπωσης ερωτήσεων, δηλ., διατύπωση επίμονων, ανακριτικών ερωτήσεων ωσότου αποκαλυφθεί η βασική αιτία του προβλήματος. Ο ασθενής μπορεί να αρνηθεί ή να αποφύγει να αποκαλύψει τους βασικούς του φόβους. Θα πρέπει να γίνεται εκτίμηση της λειτουργικής βλάβης θέτοντας ερωτήσεις σχετικά με την αποφυγή καταστάσεων κατά τις οποίες οι προσβολές πανικού μπορεί να προκαλέσουν αμηχανία, καθιστώντας έτσι δυνατή την πιθανότητα να τεθεί η σχετιζόμενη διάγνωση της αγοραφοβίας.
Η αιτιολογία της διαταραχής πανικού δεν είναι πλήρως κατανοητή και κατά πάσα πιθανότητα είναι ετερογενής. Οι βιολογικές θεωρίες περιλαμβάνουν την εσφαλμένη πυροδότηση μιας εγγενούς απάντησης άγχους και πιθανόν ενός συναγερμού ασφυξίας. Οι σχετικές ενδείξεις προέρχονται από βιολογικές δοκιμασίες πρόκλησης (το γαλακτικό οξύ και το διοξείδιο του άνθρακα πυροδοτούν τον πανικό σε άτομα που πάσχουν από τη συγκεκριμένη διαταραχή), καθώς επίσης από πειράματα σε ζώα και νευροαπεικονιστικές μελέτες σε ανθρώπους που δείχνουν ενεργοποίηση των κυκλωμάτων φόβου, όπως αυτό που περιλαμβάνει την περιϋδραγωγική φαιά ουσία.
Συχνά οι ασθενείς έχουν οικογενειακό ιστορικό διαταραχής πανικού ή άλλων διαταραχών άγχους και διάθεσης. Επιδημιολογικές μελέτες υποδηλώνουν τη σημαντική συμβολή της γενετικής, παρόλο που τα συγκεκριμένα γονίδια που εμπλέκονται δεν έχουν ακόμα ταυτοποιηθεί. Απαντάται συχνότερα στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες με αναλογία περίπου 2:1. Υπάρχει ένας συσχετισμός με τις “περιόδους φόβου” στην παιδική ηλικία και τη σεξουαλική ή σωματική κακοποίηση. Τα φοβικά συμπτώματα συχνά προηγούνται των προσβολών πανικού και η έναρξη της διαταραχής πανικού μπορεί να πυροδοτηθεί από ένα γεγονός της ζωής ή μια περίοδο έκθεσης σε συνεχές στρες. Άλλοι γνωστοί παράγοντες κινδύνου είναι το κάπνισμα, ο αλκοολισμός και οι διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος.
Η σχέση με άλλες ιατρικές διαταραχές είναι πολύπλοκη και χρειάζεται προσεκτική αξιολόγηση. Τα σωματικά συμπτώματα μιας προσβολής πανικού μιμούνται μια σειρά παθήσεων συμπεριλαμβανομένου του άσθματος, της συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας, της στηθάγχης, της καρδιακής αρρυθμίας, του καλοήθους ιλίγγου θέσης και των ανωμαλιών του θυρεοειδούς.
Τα οξέα συμπτώματα της διαταραχής πανικού είναι εύκολα αντιμετωπίσιμα, ιδιαίτερα όταν δεν συνοδεύονται από χαρακτηριστικά που τα περιπλέκουν όπως έντονη αγοραφοβία και πρόβλημα με το αλκοόλ ή κατάχρηση άλλων ουσιών. Οι φαρμακευτικές θεραπείες και η ψυχοθεραπεία έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές, τόσο μεμονωμένα όσο και σε συνδυασμό. Μόλις εξηγηθεί η διάγνωση στον ασθενή, είναι συχνά λογικό να γίνεται μία αισιόδοξη πρόγνωση και μια σύντομη περιγραφή των διαθέσιμων θεραπειών, καθώς επίσης να συζητείται η θεραπευτική προσέγγιση.
Βιβλιογραφία:
Davies SJC et al. Management of panic disorder in primary care. Prescriber January 2017 doi.org/10.1002/psb.1530 Access date 19/08/2019.
πηγή:pfizer
Η κοινωνική αγχώδης διαταραχή (ΚΑΔ), γνωστή και ως κοινωνική φοβία, είναι μία διαταραχή άγχους που χαρακτηρίζεται από σημαντικό φόβο σε μία ή περισσότερες κοινωνικές περιστάσεις, γεγονός που προκαλεί σημαντική δυσφορία και μειωμένη λειτουργική ικανότητα τουλάχιστον σε ορισμένες πτυχές της καθημερινής ζωής. Αυτοί οι φόβοι πυροδοτούνται από τον αντιλαμβανόμενο ή πραγματικό έλεγχο από άλλα άτομα.1
Είναι μία από τις πιο συχνές ψυχικές διαταραχές, όπως φαίνεται και από δύο πρόσφατες έρευνες στο γενικό πληθυσμό που πραγματοποιήθηκαν στις ΗΠΑ. Και οι δύο αυτές έρευνες βρήκαν ότι σχεδόν ένα στα 10 άτομα υποφέρει από ΚΑΔ σε κάποια φάση της ζωής του.2
H KΑΔ συνήθως αρχίζει στην παιδική ηλικία ή στην αρχή της εφηβείας και λαμβάνει χρόνια μορφή. Μπορεί να προκαλέσει σημαντική δυσφορία και μείωση του μορφωτικού επιπέδου, των επαγγελματικών ευκαιριών, της ανάπτυξης επαγγελματικών, κοινωνικών και προσωπικών σχέσεων, καθώς και της οικονομικής ανεξαρτησίας. Η πρώιμη έναρξη και η χρόνια μορφή της νόσου που σπάνια συνοδεύεται από αυτόματη ύφεση συχνά προκαλεί δευτεροπαθείς συνοδές παθολογικές καταστάσεις, όπως κατάθλιψη και προβλήματα σχετιζόμενα με το αλκοόλ.2
Τα σωματικά συμπτώματα συχνά περιλαμβάνουν υπερβολική ερυθρίαση, υπερβολική εφίδρωση, τρόμο, αίσθημα παλμών και ναυτία. Μπορεί να παρατηρηθεί τραυλισμός παράλληλα με ταχεία ομιλία. Μπορούν επίσης να σημειωθούν κρίσεις πανικού όταν το άτομο νιώθει έντονο φόβο και δυσφορία. Μερικοί πάσχοντες μπορεί να καταναλώσουν αλκοόλ ή άλλα φάρμακα για να μειώσουν τους φόβους και τις αναστολές τους στις κοινωνικές εκδηλώσεις. Με αυτόν τον τρόπο, οι πάσχοντες από κοινωνική φοβία συχνά λαµβάνουν µόνοι τους φάρµακα, ιδιαίτερα αν δεν έχουν διαγνωστεί, δεν έχουν λάβει θεραπεία ή και τα δύο. Aυτό μπορεί να οδηγήσει σε αλκοολισμό, διατροφικές διαταραχές ή άλλους τύπους κατάχρησης ουσιών. Η ΚΑΔ μερικές φορές αναφέρεται ως “ασθένεια των χαμένων ευκαιριών” όπου τα άτομα παίρνουν σημαντικές αποφάσεις για τη ζωή τους λαμβάνοντας υπόψη την ασθένειά τους. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του ICD-10 (International Classification of Diseases), τα κύρια διαγνωστικά κριτήρια της κοινωνικής φοβίας είναι ο φόβος του να βρίσκεται κανείς στο επίκεντρο της προσοχής ή ο φόβος ότι θα συμπεριφερθεί με τρόπο αμήχανο ή ντροπιαστικό, η αποφυγή των κοινωνικών συναναστροφών και τα συμπτώματα άγχους. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν τυποποιημένες κλίμακες αξιολόγησης για τον εντοπισμό της κοινωνικής αγχώδους διαταραχής και τη μέτρηση της βαρύτητας του άγχους.1
Η έρευνα των αιτίων του κοινωνικού άγχους και της κοινωνικής φοβίας είναι πολύπλευρη και εμπεριέχει πολλαπλές οπτικές γωνίες, από τη νευροεπιστήμη έως την κοινωνιολογία. Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμα διευκρινίσει τα ακριβή τους αίτια. Μελέτες υποδηλώνουν ότι μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο η γενετική σε συνδυασμό με περιβαλλοντικούς παράγοντες. Η κοινωνική φοβία δεν προκαλείται από άλλες ψυχικές διαταραχές ή την κατάχρηση ουσιών. Συνήθως, το κοινωνικό άγχος αρχίζει από ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο της ζωής ενός ατόμου και αναπτύσσεται στο πέρασμα του χρόνου καθώς το άτομο αγωνίζεται να συνέλθει. Η ήπια κοινωνική αμηχανία μπορεί εν τέλει να εξελιχθεί σε συμπτώματα κοινωνικού άγχους ή φοβίας.1
Υπάρχουν πολλές μελέτες που εξετάζουν τις νευρικές βάσεις της κοινωνικής αγχώδους διαταραχής. Παρόλο που ακόμη δεν έχουν βρεθεί οι ακριβείς νευρικοί μηχανισμοί, υπάρχουν ενδείξεις που συνδέουν την κοινωνική αγχώδη διαταραχή με τη δυσαναλογία ορισμένων νευροχημικών ουσιών και την υπερδραστηριότητα σε ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου.1
Η θεραπεία πρώτης γραμμής για την κοινωνική αγχώδη διαταραχή είναι η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία (ΓΣΘ), ενώ φάρμακα όπως οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης χρησιμοποιούνται μόνο σε όσους δεν ενδιαφέρονται να κάνουν ψυχοθεραπεία. Η αυτοβοήθεια που βασίζεται στις αρχές της ΓΣΘ αποτελεί θεραπεία δεύτερης γραμμής.1
Δεδομένων των ενδείξεων ότι η κοινωνική αγχώδης διαταραχή μπορεί να προβλέψει την επακόλουθη ανάπτυξη άλλων ψυχικών διαταραχών όπως η κατάθλιψη, είναι σημαντική η πρώιμη διάγνωση και θεραπεία της. Η κοινωνική αγχώδης διαταραχή παραμένει υποαναγνωρισμένη στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, ενώ οι ασθενείς συχνά προσέρχονται για θεραπεία μόνο μετά την έναρξη επιπλοκών όπως κλινική κατάθλιψη ή διαταραχές από κατάχρηση ουσιών.1
Βιβλιογραφία:
en.wikipedia.org/wiki/Social_anxiety_disorder, accessed October 11, 2019.
Nagata T et al. Generalized social anxiety disorder: A still-neglected anxiety disorder 3 decades since Liebowitz’s review. Psychiatry and Clinical Neurosciences 2015; 69: 724–740.
Για πλήρεις συνταγογραφικές πληροφορίες των φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων που αναφέρονται, συμβουλευτείτε την αντίστοιχη Περίληψη Χαρακτηριστικών του Προϊόντος, όπως έχει εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές.
PP-GEP-GRC-0533-OCT19
πηγή:pfizer
Η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (ΙΨΔ) χαρακτηρίζεται από την παρουσία ιδεοληψιών ή καταναγκασµών ή συχνά και των δύο. 1 Eίναι η τέταρτη πιο συχνή ψυχική διαταραχή μετά την κατάθλιψη, την κατάχρηση αλκοόλ ή άλλων ουσιών και την κοινωνική φοβία με επιπολασμό ζωής σε έρευνες που γίνονται στην κοινότητα μεταξύ 1-3%. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει αναγνωρίσει την ΙΨΔ ως κύρια αιτία μη θανατηφόρας ασθένειας παγκοσμίως. Η βαρύτητα της ΙΨΔ ποικίλλει σημαντικά από άτομο σε άτομο. 2
Το βασικό χαρακτηριστικό της ΙΨΔ είναι η παρουσία ιδεοληψιών, καταναγκασµών ή και των δύο. 2
Η ιδεοληψία ορίζεται ως μία ανεπιθύμητη, παρεισφρητική σκέψη, αμφιβολία, εικόνα ή παρόρμηση που εισέρχεται επανειλημμένα στο μυαλό του ατόμου. Οι ιδεοληψίες είναι ενοχλητικές και εγωδυστονικές (δηλαδή, είναι αποκρουστικές ή ασύμβατες με τις αξίες του ατόμου). Συνήθως, το άτομο θεωρεί τις παρεισφρητικές σκέψεις παράλογες ή υπερβολικές και προσπαθεί να αντισταθεί σε αυτές. Κάποιες ιδεοληψίες θεωρούνται υπερεκτιμημένες και, σε σπάνιες περιπτώσεις, παραληρητικές ιδέες. Οι ιδεοληψίες δεν αφορούν ανησυχίες για καθημερινά ζητήματα που παρατηρούνται στη διαταραχή γενικευμένου άγχους, αντιλαμβανόμενα ελαττώματα στην εμφάνιση που παρατηρούνται στη διαταραχή σωματικής δυσμορφίας ή φόβο ύπαρξης σοβαρής ασθένειας που παρατηρείται στο άγχος υγείας. 1
Οι καταναγκασμοί είναι επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές ή νοητικές πράξεις που το άτομο νιώθει αναγκασμένο να εκτελέσει ως απάντηση σε μια ιδεοληψία. Είναι σε μεγάλο βαθμό ακούσιοι και σπάνια το άτομο αντιστέκεται σε αυτούς. Ένας καταναγκασμός μπορεί να είναι είτε εμφανής και παρατηρήσιμος από τους άλλους (όπως ο έλεγχος ότι η πόρτα είναι κλειδωμένη), είτε μια συγκαλυμμένη ψυχική πράξη η οποία δεν μπορεί να παρατηρηθεί (όπως η επανάληψη μιας συγκεκριμένης φράσης στο μυαλό). Συνήθως, είναι δυσκολότερο για κάποιον να αντισταθεί ή να ελέγξει τους συγκαλυμμένους ή νοητικούς καταναγκασμούς από ό,τι τους εμφανείς, καθώς τους “κουβαλάει” μαζί του και είναι ευκολότερο να εφαρμοστούν. Οι καταναγκασμοί στην ΙΨΔ δεν γίνονται για ευχαρίστηση, γεγονός που τους διαφοροποιεί από παρορμητικές πράξεις όπως τα ψώνια, τα τυχερά παιχνίδια ή τις παραφιλίες που συνδέονται με άμεση ικανοποίηση. 1
Μεταξύ των ενηλίκων με ΙΨΔ, η αναλογία φύλου είναι περίπου 1:1. 2 Η μέση ηλικία έναρξης είναι τα τελευταία εφηβικά χρόνια για τους άνδρες και η αρχή της τρίτης δεκαετίας της ζωής για τις γυναίκες. Ωστόσο, ΙΨΔ μπορούν να παρουσιάσουν και τα πιο ηλικιωμένα άτομα, είτε μετά από μακρύ ιστορικό της πάθησης που έχει παραμείνει αδιάγνωστη ως τη συγκεκριμένη στιγμή, είτε με συμπτώματα που έχουν εκδηλωθεί πιο πρόσφατα. 1
Τα αιτία της ΙΨΔ παραμένουν ελάχιστα κατανοητά. Η ΙΨΔ με έναρξη στην παιδική ηλικία εκτιμάται ότι είναι κληρονομική σε ποσοστό 45-65%, ενώ η ΙΨΔ με έναρξη στην εφηβεία ή στην ενήλικη ζωή είναι κληρονομική σε ποσοστό 27-47%. Παρόλο που οι μελέτες συσχέτισης ολόκληρου του γονιδιώματος έχουν υποδείξει κάποια υποψήφια γονίδια, τα ευρήματα είναι ανακόλουθα και πολλά δεν έχουν αναπαραχθεί ή επαληθευτεί μετά από αυστηρή στατιστική ανάλυση. 2 Ωστόσο, είναι πιθανό να υπάρχει γενετική προδιάθεση για ΙΨΔ βάσει δίδυμων μελετών και μελετών σύνδεσης ολόκληρου του γονιδιώματος. Αναπτυξιακοί παράγοντες μπορεί να περιλαμβάνουν συναισθηματική, σωματική και σεξουαλική κακοποίηση ή παραμέληση, κοινωνική απομόνωση, πείραγμα ή εκφοβισμό. Ψυχολογικοί παράγοντες που διατηρούν την ΙΨΔ περιλαμβάνουν μία υπερβολική αίσθηση ευθύνης και μαγικής σκέψης, μη ανοχή της αβεβαιότητας και πεποίθηση της δυνατότητας ελέγχου των παρεισφρητικών σκέψεων. Οι στρεσογόνοι παράγοντες περιλαμβάνουν την κύηση και τη μεταγεννητική περίοδο. 1
Αρκετές εγκεφαλικές δομές και λειτουργίες εμπλέκονται στην ΙΨΔ. Μελέτες έχουν δείξει επανειλημμένα υπερδραστηριότητα στον κογχομετωπιαίο φλοιό και στον κερκοφόρο πυρήνα. Άλλες βασικές εμπλεκόμενες περιοχές (που υποδηλώνουν ανωμαλίες στις λειτουργικές ή δομικές συνδέσεις) περιλαμβάνουν τον πρόσθιο φλοιό του προσαγωγίου, το θάλαμο, την αμυγδαλή και τον βρεγματικό φλοιό. Νευροψυχολογικές μελέτες που περιελάμβαναν ασθενείς με ΙΨΔ κατέδειξαν ελλείμματα στις γνωστικές ικανότητες που συνδέονται με τη λειτουργικότητα του μετωπιαίου λοβού και των σχετιζόμενων μετωπο-υποφλοιωδών δομών, όπως η εκτελεστική λειτουργικότητα, η παρορμητικότητα στην κινητική λειτουργία και η γνωστική ακαμψία (δηλ., μη αλλαγή της συμπεριφοράς βάσει νέων πληροφοριών). 2
Συχνά η ΙΨΔ διαγιγνώσκεται εσφαλμένα ως άγχος ή κατάθλιψη, ενώ τόσο αυτές όσο και άλλες παθήσεις μπορούν επίσης να διαγνωστούν εσφαλμένα ως ΙΨΔ. Για να γίνει διάγνωση ΙΨΔ, ένα άτομο πρέπει να εμφανίζει ιδεοληψίες, καταναγκασμούς ή και τα δύο. 2
Οι απλές ερωτήσεις προσυμπτωματικού ελέγχου για ΙΨΔ χρειάζονται μόνο μερικά λεπτά για να απαντηθούν και μπορούν να υποδείξουν την ανάγκη για περαιτέρω παραπομπή. Οι οδηγίες του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας και Κλινικής Υπεροχής (National Institute for Health and Clinical Excellence, NICE) υποδηλώνουν ότι οι ακόλουθες ερωτήσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην κλινική πράξη για τη διάγνωση της ΙΨΔ όταν τα συμπτώματα προκαλούν σημαντική ενόχληση ή παρεμβαίνουν στη ζωή ενός ατόμου: 1
Πλένεστε ή καθαρίζετε συνέχεια;
Ελέγχετε τα πράγματα συνέχεια;
Υπάρχουν σκέψεις που σας ενοχλούν συνέχεια και από τις οποίες θα θέλατε να απαλλαγείτε αλλά δεν μπορείτε;
Σας παίρνει πολύ χρόνο να ολοκληρώσετε τις καθημερινές σας δραστηριότητες;
Ασχολείστε συνέχεια με το να βάζετε τα πράγματα σε συγκεκριμένη σειρά ή σας ενοχλεί πολύ η ακαταστασία;
Σας βασανίζουν αυτά τα προβλήματα;
Αν ένα άτομο απαντήσει θετικά σε μία από τις παραπάνω ερωτήσεις, πρέπει να γίνει μια πιο επίσημη διαγνωστική συνέντευξη.
Έρευνες δείχνουν ότι οι άνθρωποι μπορούν να σπαταλήσουν 10 ή περισσότερα χρόνια παλεύοντας με την ΙΨΔ προτού λάβουν την κατάλληλη βοήθεια. Ο ρόλος των αισθημάτων ντροπής και στίγματος είναι κοινός σε πολλά προβλήματα ψυχικής υγείας αλλά μπορεί να είναι ιδιαίτερα προβληματικός σε άτομα με ΙΨΔ που έχουν εγωδυστονικές σεξουαλικές ή βίαιες σκέψεις. Τα άτομα με ΙΨΔ περιγράφουν επίσης ότι αποκτούν μεγάλη επιδεξιότητα στο να κρύβουν τους καταναγκασμούς τους σε μια προσπάθεια να συνεχίσουν να λειτουργούν ως συνήθως. 1
Πολλοί τύποι ψυχοθεραπείας έχουν εξεταστεί στη θεραπεία της ΙΨΔ. Ενδείξεις από τυχαιοποιημένες μελέτες, ωστόσο, υποστηρίζουν έντονα τη χρήση θεραπείας έκθεσης και παρεμπόδισης αντίδρασης ή γνωστικής θεραπείας για την ΙΨΔ. 2 Επιπρόσθετα με την έκθεση και παρεμπόδιση αντίδρασης, οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (Selective Serotonin Reuptake Inhibitors, SSRIs) είναι αναγνωρισμένοι ως η φαρμακευτική θεραπεία εκλογής - πρώτης γραμμής. 1
Βιβλιογραφία
Veale D & Roberts A. Obsessive-compulsive disorder. BMJ 2014; 348:g2183
Grant JE. Obsessive-compulsive disorder. N Engl J Med 2014; 371:646-53
PP-GEP-GRC-0484-JUN19
πηγή: pfizer
Ο ψυχίατρος Δημητρης Οικονομου μιλάει στη συγγραφέα Ιωάννα Λάκα
Ο γνωστός ψυχίατρος Δημήτρης Οικονόμου σε μία εξαιρετική συνέντευξη παρέα με την συγγραφέα Ιωάννα Λάκα.
Για να ακούσετε τη συνέντευξη κάντε κλικ εδώ
Η Διπολική Διαταραχή (ΔΔ), γνωστή παλαιότερα και ως μανιοκατάθλιψη, είναι μια ψυχική νόσος με κύριο χαρακτηριστικό τις δραματικές εναλλαγές της διάθεσης, με συνέπεια να επηρεάζεται άρδην η καθημερινότητα των πασχόντων.
Το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας (NIMH) εκτιμά ότι το 4,4% των ενηλίκων των ΗΠΑ βιώνει κάποια στιγμή της ζωής του ΔΔ.
Βάσει των ίδιων εκτιμήσεων, από αυτούς, το 82,9% αντιμετωπίζει σοβαρά συμπτώματα της νόσου.
Η Διπολική Διαταραχή, όμως, φαίνεται ότι «χτυπά» και εφήβους, καθώς, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου, το 2,9% των εφήβων στις ΗΠΑ υποφέρει από Διπολική Διαταραχή, ενώ ο επιπολασμός της νόσου φαίνεται ότι είναι υψηλότερος στα κορίτσια (3,3%) έναντι των αγοριών (2,6%).
Σύμφωνα με έρευνες, ο κίνδυνος για αυτοκτονία είναι 20-30 φορές μεγαλύτερος στους πάσχοντες από ΔΔ ,ενώ επιπλέον οι εν λόγω ασθενείς παρουσιάζουν αυξημένα ποσοστά θνησιμότητας σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, με συνέπεια, το προσδόκιμο ζωής τους να μειώνεται κατά 11 έτη ή και περισσότερο.
Τύποι διπολικής διαταραχής
Η διπολική διαταραχή έχει τέσσερις βασικούς τύπους:
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Σύμφωνα με τους επιστήμονες της Mayo Clinic, τα συμπτώματα μπορούν να προκαλέσουν απρόβλεπτες μεταβολές στη διάθεση και τη συμπεριφορά των πασχόντων που οδηγούν σε δυσφορία και δυσκολίες στην καθημερινότητά τους .
Μανία και υπομανία
Η μανία και η υπομανία είναι δύο ξεχωριστά είδη επεισοδίων, αλλά έχουν τα ίδια συμπτώματα.
Στην περίπτωση της μανίας παρατηρείται συνήθως έξαρση, υπερκινητικότητα και συναισθηματική διέγερση, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις όπου ο ασθενής χάνει εντελώς την αίσθηση της πραγματικότητας.
Ωστόσο υπάρχει και η κατάσταση της υπομανίας, η οποία είναι επίσης σύμπτωμα διπολικής διαταραχής και παρατηρείται όταν ένα άτομο βρίσκεται σε υπερδιέγερση, έχοντας όμως πλήρη διαύγεια της πραγματικότητας. Μάλιστα, η συγκεκριμένη κατάσταση ενδέχεται να είναι αρκετά ευχάριστη, καθώς κατά τη διάρκειά της ο ασθενής διαθέτει ιδιαίτερη δημιουργικότητα και έχει αρκετή ενέργεια.
Η μανία είναι πιο σοβαρή από την υπομανία και προκαλεί πιο σοβαρά προβλήματα στην εργασία, το σχολείο, στις κοινωνικές δραστηριότητες και στις διαπροσωπικές επαφές. Και το μανιακό και το υπομανιακό επεισόδιο περιλαμβάνουν τρία ή περισσότερα από αυτά τα συμπτώματα:
Καταθλιπτικό επεισόδιο
Ένα σοβαρό καταθλιπτικό επεισόδιο εκδηλώνεται με συμπτώματα που είναι αρκετά σοβαρά για να προκαλέσουν αξιοσημείωτες δυσκολίες στις καθημερινές δραστηριότητες, όπως η εργασία, το σχολείο, οι κοινωνικές δραστηριότητες ή οι σχέσεις.
Ένα καταθλιπτικό επεισόδιο βάση των ειδικών της Mayo Clinic περιλαμβάνει πέντε ή περισσότερα από αυτά τα συμπτώματα:6
Αρκετά συχνά η πάθηση εκδηλώνεται και με υπομανία, όπου το άτομο νιώθει πολύ καλά, πολύ παραγωγικό και λειτουργικό. Επιπλέον, τα σημάδια μπορεί να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή να αλλάξουν με τις εποχές.
Αιτίες
Αν και οι ερευνητές δεν έχουν εντοπίσει ακριβώς τα αίτια που προκαλούν την πάθηση, έχουν ανακαλύψει όμως ορισμένους παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωσή της. Ένας από τους πιο βασικούς είναι το οικογενειακό ιστορικό, ενώ ερευνάται αν η σύνδεση αυτή μπορεί να οφείλεται σε συγκεκριμένα γονίδια. Ο κίνδυνος αυξάνεται περαιτέρω αν υπάρχει συγγενής πρώτου βαθμού που πάσχει ήδη από ΔΔ, όπως ένας από τους γονείς.
Άλλες «ένοχες» αιτίες που μπορεί να την πυροδοτήσουν είναι:
Αντιμετώπιση
Η Διπολική Διαταραχή αντιμετωπίζεται συνήθως με φαρμακευτική αγωγή και ψυχοθεραπεία.
Οι πάσχοντες μπορούν, αν ακολουθήσουν ορισμένες στρατηγικές αντιμετώπισης, να περιορίσουν σε σημαντικό βαθμό τα συμπτώματα της Διπολικής Διαταραχής.
Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να προσέξετε τα παρακάτω:
Δημήτρης Οικονόμου Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής "
Συνολικά, τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης υποδηλώνουν ότι τα άτομα με κατάθλιψη και συνυπάρχον άγχος μπορεί να αποτελούν μια υποομάδα της κατάθλιψης με σημαντικά αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (ΣΔΤ2). Με την εύρεση περαιτέρω εμπειρικών υποστηρικτικών δεδομένων, η ομάδα αυτή θα μπορούσε να λαμβάνεται υπόψη σε προληπτικές παρεμβάσεις.
Η αντιμετώπιση της κατάθλιψης σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη έχει φανεί ότι αποτελεί αποτελεσματική στρατηγική για τη μείωση συμπτωμάτων κατάθλιψης και σακχαρώδη διαβήτη. Σύμφωνα με παλιότερες μελέτες, η κατάθλιψη αποτελεί παράγοντα κινδύνου για ΣΔΤ2.
Ωστόσο, υπάρχει μεγάλη ετερογένεια ως προς τις αναφερόμενες εκτιμήσεις. Η ανάδειξη ομοιογενών υποομάδων κατάθλιψης που σχετίζονται ισχυρά με τον ΣΔΤ2 ενδέχεται να είναι χρήσιμη.
Στη μελέτη αυτή, οι Deschênes SS και συν. εξέτασαν τις συσχετίσεις μεταξύ συννοσηρότητας κατάθλιψης και άγχους, και του κινδύνου για ΣΔΤ2 σε μια μεγάλη προοπτική μελέτη κοόρτης ενηλίκων Ολλανδών. Συμπεριλήφθηκαν 78.025 συμμετέχοντες της μελέτης κοόρτης Lifelines (ηλικιακό εύρος = 30-75 έτη), οι οποίοι δεν έπασχαν από σακχαρώδη διαβήτη κατά την έναρξή της. Κατά την έναρξη της μελέτης αυτής εκτιμήθηκαν τα καταθλιπτικά και τα αγχώδη συμπτώματα με τη χρήση της Συντετµηµένης Διεθνούς Νευροψυχιατρικής Συνέντευξης (Mini-International Neuropsychiatric Interview).
Η εμφάνιση ΣΔΤ2 αξιολογήθηκε με αυτοαναφορά ή με μέτρηση των επιπέδων αιμοσφαιρίνης Α1c κατά την παρακολούθηση διάρκειας 3,8 ετών. Έγινε σύγκριση του κινδύνου για ΣΔΤ2 μεταξύ τεσσάρων ομάδων (απουσία καταθλιπτικών ή αγχωδών συμπτώματων, μόνο καταθλιπτικά συμπτώματα, μόνο αγχώδη συμπτώματα, συνύπαρξη καταθλιπτικών/αγχωδών συμπτωμάτων) με τη χρήση αναλύσεων σταθμισμένων για κοινωνικοδημογραφικά και καρδιομεταβολικά χαρακτηριστικά, καθώς και χαρακτηριστικά τρόπου ζωής.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των ερευνητών, σακχαρώδη διαβήτη εμφάνισαν 1.096 συμμετέχοντες. Συγκριτικά με τα άτομα χωρίς συμπτώματα κατάθλιψης ή άγχους (n = 74.467), οι ασθενείς με συνυπάρχοντα καταθλιπτικά και αγχώδη συμπτώματα (n = 743) είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης ΣΔΤ2 (n = 28, OR = 2,12, 95% CI = 1,22-3,68). Η ύπαρξη μόνο καταθλιπτικών συμπτωμάτων (n = 650) και μόνο αγχωδών συμπτωμάτων (n = 2.165) δεν συσχετίστηκε ισχυρά με τον ΣΔΤ2 (σακχαρώδη διαβήτη εμφάνισαν n = 23 και n = 24, αντίστοιχα). Τα άτομα με συνυπάρχοντα συμπτώματα είχαν επίσης μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν ΣΔΤ2 συγκριτικά με τα άτομα που εμφάνιζαν μόνο καταθλιπτικά συμπτώματα (OR = 2,86, 95% CI = 1,25-6,54).
Συμπερασματικά, τα ευρήματα των συγγραφέων υποστηρίζουν την ιδέα ότι ένας υπότυπος κατάθλιψης με συνύπαρξη άγχους μπορεί να συσχετίζεται με μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ΣΔΤ2 ανεξάρτητα από τους παραδοσιακούς κινδύνους εμφάνισης ΣΔΤ2. Οι προσπάθειες πρόληψης του ΣΔΤ2 που αφορούν την ψυχική υγεία θα μπορούσαν πιθανώς να ωφεληθούν εάν εκτός από την κατάθλιψη ληφθούν υπόψη και τα αγχώδη συμπτώματα.
Δημήτρης Οικονόμου Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής
Πηγή: pfizer.gr
website: http://www.psychiatros-neasmyrni.gr/
Η αρθρογραφία του γιατρού στο mediteam: https://mediteam.gr/category/οικονομου/
Κωνσταντινόπουλος Παναγιώτης ειδικός παθολόγος www.konstantinopoulos.gr
Η αγοραφοβία είναι ένας τύπος αγχώδους διαταραχής, που περιλαμβάνει έντονο φόβο κυρίως σε καταστάσεις όπου η διαφυγή για τον πάσχοντα μοιάζει δύσκολη.
Όσοι υποφέρουν από τη διαταραχή αυτή αισθάνονται ανασφαλείς σε δημόσιους χώρους, όπου μαζεύεται πολύς κόσμος, αποφεύγουν τα μέρη που νιώθουν ευάλωτοι (π.χ. μέσα μαζικής μεταφοράς, καταστήματα, αναμονή σε ουρές) και πολύ συχνά είναι αδύνατον να βγουν μόνοι τους εκτός σπιτιού.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας (NIMH) το 1,3% των ενηλίκων των Η.Π.Α. βιώνει αγοραφοβία κάποια στιγμή στη ζωή τους , ενώ τα ακριβή αίτιά της δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί. Αρκετοί επιστήμονες την αποδίδουν σε κάποια δυσλειτουργία στο σημείο του εγκεφάλου που ελέγχει τον φόβο, καθώς επίσης και στο περιβάλλον, τα γονίδια αλλά και την κληρονομικότητα.
Ποια είναι τα συμπτώματα
Τα τυπικά συμπτώματα της αγοραφοβίας όπως αναφέρουν οι ειδικοί επιστήμονες της Mayo Clinic περιλαμβάνουν:
Φόβο τού να είναι κανείς μόνος σε οποιαδήποτε κατάσταση
Φόβο τού να βρίσκεται κανείς σε πολυσύχναστα μέρη
Φόβο απώλειας του ελέγχου σε δημόσιο χώρο
Φόβο τού να είναι κανείς σε μέρη όπου μπορεί να είναι δύσκολο να φύγει, όπως ασανσέρ ή τρένο
Αδυναμία να βγει κανείς από το σπίτι ή να είναι σε θέση να το κάνει μόνο αν κάποιος άλλος τον συνοδεύει
Αίσθημα αδυναμίας
Υπερβολική εξάρτηση από τους άλλους
Επιπλέον, μπορεί να παρουσιαστούν συμπτώματα κρίσης πανικού, όπως:
γρήγορος καρδιακός ρυθμός
υπερβολική εφίδρωση
δυσκολία στην αναπνοή
τρέμουλο, μούδιασμα ή μυρμήγκιασμα
πόνος στο στήθος
ζαλάδα
ξαφνική έξαψη, ή ρίγη
στομαχικές διαταραχές, ή διάρροια
αίσθημα απώλειας του ελέγχου
ακραίος φόβος θανάτου
Πώς γίνεται η διάγνωση
Ο ειδικός γιατρός θα κάνει τη διάγνωση με βάση τα συμπτώματα και μπορεί επίσης να ζητήσει και τη διενέργεια εξετάσεων αίματος για να αποκλείσει άλλες πιθανές αιτίες.
Θεραπεία-αντιμετώπιση
Ο γιατρός σε συνεργασία µε τον πάσχοντα συζητούν, ερευνούν και αναλύουν τους φόβους του τελευταίου και το πώς αυτοί επηρεάζουν την καθημερινότητά του. Μέσα από τη διαδραστική αυτή διαδικασία, θέτουν από κοινού τους στόχους της θεραπείας. Με τη βοήθεια της Συµπεριφοριστικής – Γνωσιακής Θεραπείας και μίας σειράς από απλές τεχνικές, ο ασθενής μαθαίνει να αντιμετωπίζει τις καταστάσεις που του προκαλούν άγχος. Στόχος είναι οι πάσχοντες να ενεργοποιήσουν διαφορετικές διαδικασίες σκέψης και συμπεριφοράς που οδηγούν στην αντιμετώπιση και βελτίωση της κατάστασης.
Δημήτρης Οικονόμου Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής
Πηγή : https://www.pfizer.gr/
Το πόσο πολύ μετράει...
Όλοι μας ανησυχούμε σε διάφορα στάδια της ζωής μας και για διάφορους λόγους.
Άμα όμως κρατήσει μεγάλο χρονικό διάστημα, αρχίζει να παρεμποδίζει την κανονική εργασία ή τη ζωή στο σπίτι σας.
Εκεί είναι που θα πρέπει να μιλήσετε με τον γιατρό σας, γιατί μία ανησυχία με μεγάλη διάρκεια μπορεί να επηρεάσει την υγεία σας και να συνδεθεί με αγχώδη νεύρωση..
Νευρικό σύστημα
Αυτό το δίκτυο ανταλλαγής μηνυμάτων αποτελείται από τον εγκέφαλο, το νωτιαίο μυελό, τα νεύρα και τα ειδικά κύτταρα που ονομάζονται νευρώνες. 'Οταν ανησυχείτε πάρα πολύ μπορεί απελευθερωθούν οι «ορμόνες του στρες» που επιταχύνουν τον καρδιακό ρυθμό και την αναπνοή σας, αυξάνουν το σάκχαρο του αίματός σας και στέλνουν περισσότερο
αίμα στα χέρια και τα πόδια σας.
Με την πάροδο του χρόνου, αυτό μπορεί να επηρεάσει την καρδιά σας, τα αιμοφόρα αγγεία, τους μυς και άλλα συστήματα.
Μυικό σύστημα
Όταν στρεσάρεστε από κάτι, οι μύες στον ώμο και τον λαιμό σας μπορεί να είναι τεταμένοι και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ημικρανίες ή έντονους πονοκεφάλους. Οι τεχνικές μασάζ ή χαλάρωσης, όπως η βαθιά αναπνοή και η γιόγκα, μπορεί να σας βοηθήσουν.
Αναπνοή
Αν ανησυχείτε πολύ, μπορεί να αναπνέετε πιο βαθιά ή πιο συχνά χωρίς να το καταλάβετε. Ενώ αυτό συνήθως δεν είναι κάτι ανησυχητικό,μπορεί να είναι σοβαρό εάν έχετε ήδη αναπνευστικά προβλήματα που συνδέονται με άσθμα ή άλλες ασθένειες των πνευμόνων .
Καρδιά
Το χρόνιο άγχος μπορεί επηρεάσει την καρδιά σας.Είναι πιο πιθανό να έχετε υψηλή αρτηριακή πίεση, Τα υψηλότερα επίπεδα άγχους μπορούν να ενεργοποιήσουν αυτές τις ορμόνες του στρες που κάνουν την καρδιά σας να χτυπά ταχύτερα και εντονότερα . Εάν αυτό συμβαίνει ξανά και ξανά, τα αιμοφόρα αγγεία σας μπορεί να σκληρυνθούν , να διαταραχθούν τα επίπεδα χοληστερόλης και να προκληθούν διάφορα άλλα προβλήματα.
Επίπεδα σακχάρου
Όταν ανησυχείτε για κάτι, οι ορμόνες του στρες αυξάνουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Αυτό μπορεί να είναι καλό εάν πρέπει να τρέξετε μακριά από κάποιο κίνδυνο,ή να προλάβετε το λεωφορείο , αλλά τι συμβαίνει εάν δεν χρησιμοποιήσετε αυτό το καύσιμο; Το σώμα σας το αποθηκεύει συνήθως για να το χρησιμοποιήσει αργότερα.
Στο χρόνιο άγχος όμως , αν έχετε διαβήτη για παράδειγμα, το σάκχαρο του αίματός σας μπορεί να παραμείνει υπερβολικά υψηλό για πολύ καιρό. Αυτό συνεισφέρει στη δημιουργία καρδιαγγειακών παθήσεων.
Ανοσοποιητικό σύστημα
Εάν το σώμα σας επηρεάζεται από τις φυσικές επιπτώσεις του άγχους , μπορεί να μην καταπολεμά επαρκώς τους ιούς και τα μικρόβια . Έτσι μπορεί να σας δυσκολευτείτε να αποφύγετε τη γρίπη, τον έρπητα και άλλες λοιμώξεις.
Γαστρεντερικό σύστημα
Σε σοβαρές περιόδους ανησυχίας, μπορεί να αισθανθείτε ναυτία ή ακόμα και να κάνετε εμετό. Εάν αυτό συμβαίνει συχνά, μπορεί επίσης να οδηγήσει σε πόνο στο στομάχι και έλκη στην στοματική κοιλότητα . Και αν τρώτε πολλά τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος και ζάχαρη, το στομάχι σας πρέπει να εργαστεί σκληρότερα για να τα αφομοιώσει,και αυτό παράγει περισσότερο οξύ. Αυτό μπορεί να προκαλέσει και γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση - αλλά και έλκος στομάχου. Επίσης , είναι γνωστό ότι το άγχος επηρεάζει έντονα τη λειτουργία του εντέρου μας.
Σεξουαλική υγεία
Το άγχος μπορεί να σας κουράσει και να σας αποσπάσει την προσοχή, ώστε να ενδιαφέρεστε λιγότερο για το σεξ. Μακροπρόθεσμα, μπορεί να μειώσει τα επίπεδα της τεστοστερόνης του άνδρα.Αυτό μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη του σπέρματος και να επιβραδύνει ή να σταματήσει τη φυσιολογική ανταπόκριση του σώματός για τη σεξουαλική επαφή.. Για τις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, μπορεί να προκαλέσει εξάψεις και προβλήματα ύπνου.
Επιμέλεια:
Κωνσταντινόπουλος Παναγιώτης -Ειδικός Παθολόγος -Διαβητολόγος
Οικονόμου Δημήτριος -Ψυχίατρος
ΡΟΦΙΜΑ ΠΟΥ ΒΟΗΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ
Η διατροφή σας δε θεραπεύει την κατάθλιψη, αλλά κάποια τρόφιμα βοηθούν τον οργανισμό σας να την καταπολεμήσει.
Γαλοπούλα
Το παραδοσιακό πουλί της ημέρας των Ευχαριστιών έχει την ιδανική πρωτείνη την οποία το σώμα σας χρησιμοποιεί για να παράγει σεροτονίνη. Αυτή είναι μια χημική ουσία του εγκεφάλου που παίζει
βασικό ρόλο στην κατάθλιψη, λένε οι ερευνητές. Στην πραγματικότητα, μερικά αντικαταθλιπτικά φάρμακα λειτουργούν στοχεύοντας στον τρόπο που ο εγκέφαλός σας χρησιμοποιεί σεροτονίνη. Μπορείτε να πάρετε την ίδια πρωτείνη που ενισχύει τη διάθεση από κοτόπουλο και σόγια.
Βραζιλιάνικα κάσιους
Αυτό το σνακ είναι πλούσιο σε σελήνιο, το οποίο βοηθά στην προστασία του σώματός σας από μικροσκοπικά, βλαπτικά σωματίδια που ονομάζονται ελεύθερες ρίζες. Μία μελέτη έδειξε ότι οι νέοι που δεν είχαν αρκετή τέτοια θρεπτική ουσία στη διατροφή τους ήταν πιο πιθανό να είναι καταθλιπτικοί. Μόνο ένα κάσιους Βραζιλίας έχει σχεδόν το ήμισυ της καθημερινής σας απαίτησης σε σελήνιο , οπότε προσέχετε να περιορίσετε το πόσα τρώτε. Άλλα τρόφιμα με σεληνιο περιλαμβάνουν καστανό ρύζι, άπαχο βόειο κρέας, ηλιόσποροι και θαλασσινά.
Καρότα
Είναι γεμάτα βήτα-καροτίνη, την οποίο μπορείτε επίσης να πάρετε από κολοκύθα, σπανάκι, γλυκοπατάτες και πεπόνι. Οι μελέτες έχουν συνδέσει αυτή τη θρεπτική ουσία με χαμηλότερα επίπεδα κατάθλιψης. Δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για να πούμε ότι μπορεί να αποτρέψει τη διαταραχή, αλλά δεν μπορεί και να λείπει από την διατροφή σας.
Μύδια
Αυτά τα αγαπημένα θαλασσινά είναι μια καλή πηγή της B-12. Ορισμένες μελέτες λένε ότι τα άτομα με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης είναι πιο πιθανό να έχουν κατάθλιψη. Μπορεί να ευθύνεται η έλλειψή μιας ουσίας που ονομάζεται s-αδενοσυλμεθειονίνη (SAM), την οποία ο εγκέφαλός σας χρειάζεται να επεξεργαστεί άλλα χημικά που επηρεάζουν τη διάθεσή σας. Αν ψάχνετε για άλλα τρόφιμα B-12, δοκιμάστε το άπαχο βόειο κρέας, το γάλα και τα αυγά.
Καφές
Μία τόνωση από την καφεΐνη μπορεί να βοηθήσει να ξρκινήσετε τη μέρα σας με περισσότερα κίνητρα. Αλλά εάν έχετε επιλόχεια κατάθλιψη ή κρίσεις πανικού, μερικές μελέτες υποδεικνύουν ότι μπορεί να κάνει τα συμπτώματά σας χειρότερα. Άλλοι ερευνητές λένε ότι ένα φλιτζάνι καφέ μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο να πάθετε κατάθλιψη, αν και δεν είναι σίγουροι γιατί.
Φυλλώδη λαχανικά
Είναι γεμάτα με φυλλικό οξύ, το οποίο τα εγκεφαλικά σας κύτταρα πρέπει να χρησιμοποιούν για να βοηθήσουν στην προστασία από την κατάθλιψη. Οι παραγωγοί τροφίμων στις Η.Π.Α. προσθέτουν αυτή τη βιταμίνη, επίσης γνωστή και ως B9, σε εμπλουτισμένους κόκκους όπως τα ζυμαρικά και το ρύζι. Μπορείτε επίσης να το πάρετε από φακές, φασόλια lima και σπαράγγια.
Σολομός
Αυτό και άλλα ψάρια όπως η ρέγκα και ο τόνος είναι υψηλά σε πολυακόρεστα λίπη. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτές μπορούν να σας βοηθήσουν να καταπολεμήσετε την κατάθλιψη. Ένας τύπος αυτών των λιπών, που ονομάζονται ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, μπορεί να βοηθήσει τα εγκεφαλικά κύτταρα να χρησιμοποιούν χημικές ουσίες που μπορούν να επηρεάσουν τη διάθεσή σας. Μερικές μικρές μελέτες δείχνουν ότι οι άνθρωποι που δεν είχαν κατάθλιψη είχαν υψηλότερα επίπεδα ωμέγα-3 από εκείνους με τη διαταραχή της διάθεσης.
Γάλα
Είναι μια καλή πηγή βιταμίνης D. Εάν έχετε πολύ χαμηλά επίπεδα αυτής της βιταμίνης στο σώμα σας, αυτό μερικές φορές μπορεί να προκαλέσει κατάθλιψη. Μια νορβηγική μελέτη διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι που έλαβαν συμπλήρωμα βιταμίνης D ήταν λιγότερο καταθλιπτικοί ένα χρόνο αργότερα από όσους δεν το έκαναν. Δεν σας αρέσει το γάλα; Ενισχύστε την D στον οργανισμό σας προσθέτοντας στη διατροφή σας εμπλουτισμένα δημητριακά και χυμούς φρούτων.
Προσοχή: Το Junk Food
μπορεί να είναι γρήγορο και γεμάτο, αλλά αυτές οι επεξεργασμένες τροφές μπορεί να είναι κακές ειδήσεις για τη διάθεσή σας. Οι επιστήμονες έχουν μελετήσει πώς οι δίαιτες υψηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη, απλοί υδατάνθρακες και λιπαρά τρόφιμα επηρεάζουν το πώς νιώθεις. Πολλοί βρήκαν κάποια σχέση μεταξύ αυτών των ανθυγιεινών τρώγων και της κατάθλιψης. Το καλύτερο στοίχημά σας: μια ισορροπημένη διατροφή με άφθονα φρούτα, λαχανικά, δημητριακά ολικής αλέσεως και άπαχη πρωτεΐνη.
Προσοχή: Αλκοόλ
Μπορεί να φανεί πως διώχνει τις ανησυχίες σας ή να σας κάνει να αισθανθείτε πιο κοινωνικοί. Αλλά τις περισσότερες φορές, είναι καλύτερο να πίνετε κρασί, μπύρα και μικτά ποτά μόνο με μέτρο. Ενδέχεται να αισθανθείτε καλύτερα τη στιγμή που καταναλώνετε αλκοόλ, αλλά η βαριά κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα της κατάθλιψης με την πάροδο του χρόνου, επειδή το αλκοόλ κάνει τον εγκέφαλό σας λιγότερο ενεργό Μπορεί επίσης να κάνει τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα λιγότερο αποτελεσματικά.
Τα Ψυχιατρικά και τα σωματικά νοσήματα είναι στην ουσία οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Χρησιμοποιούν τους ίδιους φυσιολογικούς και χημικούς διάυλους γα να εκφραστούν και δεν διαφέρουν μεταξύ τους παρά μόνο ως προς τον τρόπο κλινικής έκφρασης. Τα Ψυχιατρικά νοσήματα εκφράζονται με συμπτώματα από τη ψυχική σφαίρα (π.χ. ψευδαισθήσεις, παραληρητικές ιδεές, άγχος), ενώ τα σωματικά νοσήματα εκφράζονται με συμπτώματα από τη σωματική σφαίρα (πυρετός, πόνος, έμετος).
Ποιά είναι, επομένως, η ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στα σωματικά και τα ψυχικά νοσήματα ?
Ίσως καμία.
Η σύγχρονη ψυχοσωματική αντίληψη, υποστηρίζει ότι η σχέση των ψυχολογικών παραγόντων με την αιτιολογία των νοσημάτων δεν είναι γραμμική αλλά σύνθετη (πολυπαραγοντική) και ότι όλα τα νοσήματα (ανεξάρτητα από το χαρακτηρισμό τους ως σωματικών ή ψυχικών) έχουν αιτιολογία που πρέπει να αναζητηθεί στη διαπλοκή και αλληλεπίδραση βιολογικών, ψυχολογικών και ψυχοκοινωνικών αιτιών.
Στα ψυχιατρικά νοσήματα, οι ψυχολογικοί και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες έχουν κυρίαρχη σημασία. Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως για τα νοσήματα που αποκαλούσαμε παλαιότερα "νευρώσεις". Υπάρχουν ωστόσο, άλλα ψυχιατρικά νοσήματα, όπου ο βιολογικός παράγοντας παίζει το πρωταρχικό ρόλο. Για παράδειγμα, στα οργανικά ψυχοσύνδρομα ο βιολογικός παράγοντας κυριαρχεί. Και το ίδιο θα μπορούσε να υποστηριχθεί για τις βαρειές ψυχοπαθολογικές καταστάσεις, όπου υπάρχει έκδηλη κληρονομική επιβάρυνση.
Ας δούμε ένα παράδειγμα:
Ο θυμός μπορεί να προκαλέσει σύσπαση των αρτηριδίων. Αν υποχωρήσει, ακολουθεί χάλαση των αρτηριδίων. Αν όμως παραταθεί (επειδή δεν δόθηκε διέξοδος στην έκφραση του) παρατείνεται και η σύσπαση των αρτηριδίων, με συνέπεια αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Ο παρατεταμένος αυτός αγγειόσπασμος μπορεί να συμβάλλει και στη δημιουργία διαταραχών υφής, δηλαδή να προκαλέσει παθολογοανατομικές αλλοιώσεις στο τοίχωμα των αγγείων (σκλήρυνση και στένωση του αυλού),όπως αυτές που παρατηρούνται σε άτομα με αρτηριακή υπέρταση.
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι:
1. Δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στα σωματικά και τα ψυχικά νοσήματα
2. Όλα τα νοσήματα υπόκεινται στη διαπλοκή και αλληλεπίδραση βιολογικών, ψυχολογικών και ψυχοκοινωνικών συντελεστών.
Συσχέτιση μεταξύ κατάθλιψης και καπνίσματος: παγκόσμια διάσταση από 48 χώρες χαμηλού και μετρίου εισοδήματος
Οι Stubbs B και συν. ανέδειξαν μια σταθερή συσχέτιση μεταξύ του φάσματος της κατάθλιψης και του καπνίσματος σε 48 χώρες. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι συγγραφείς βρήκαν ότι οι άντρες, τα άτομα χαμηλού εισοδήματος/χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και οι χρήστες αλκοόλ είχαν υψηλά επίπεδα συννοσηρότητας.
Δεδομένου ότι οι περισσότεροι από τους καπνιστές παγκοσμίως κατοικούν σε χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος (low- and middle-income countries – LMIC), καθίσταται σαφές ότι απαιτούνται μελλοντικές παρεμβάσεις για την πρόληψη της πρώιμης θνησιμότητας σε καταθλιπτικούς ασθενείς από νοσήματα που σχετίζονται με το κάπνισμα. Είναι, επομένως, δικαιολογημένη η αναγκαιότητα ανάπτυξης υγειονομικών συστημάτων με σκοπό την αναγνώριση και την περίθαλψη καταθλιπτικών ατόμων που καπνίζουν, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το υψηλό επίπεδο συννοσηρότητας και τελικά να προληφθεί η πρώιμη θνησιμότητα αυτής της ομάδας ασθενών.
Είναι γνωστό ότι το κάπνισμα αποτελεί μια σημαντική τροποποιήσιμη αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως. Υπάρχουν ισχυρά ερευνητικά δεδομένα σύμφωνα με τα οποία, συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό, τα άτομα με κατάθλιψη διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, αναπνευστικών νοσημάτων, καρκίνου και πρώιμης θνησιμότητας. Aυτό μπορεί να αποδοθεί εν πολλοίς σε παράγοντες όπως ο αυξημένος επιπολασμός ανθυγιεινών συμπεριφορών σε αυτόν τον πληθυσμό, και ιδιαίτερα του καπνίσματος. Σύμφωνα με έρευνες σε χώρες υψηλού εισοδήματος, παρατηρείται υψηλός επιπολασμός καπνίσματος σε άτομα με κατάθλιψη και υποστηρίζεται ότι αυτό μπορεί εν μέρει να συμβάλλει στην αυξημένη πρώιμη θνησιμότητα αυτού του πληθυσμού. Η υπάρχουσα έρευνα για τη διερεύνηση των συμπεριφορών καπνίσματος στο φάσμα της κατάθλιψης σε χώρες LMIC είναι περιορισμένη.
Στη μελέτη αυτή διερευνήθηκε η σχέση μεταξύ κατάθλιψης και καπνίσματος σε 48 χώρες LMIC. Οι συγγραφείς διεξήγαγαν μια συγχρονική μελέτη κοινότητας, στην οποία συμμετείχαν 242.952 άτομα (μέση ηλικία 38,4 [SD = 16,1] έτη, 50,8% γυναίκες) από την Παγκόσμια Έρευνα για την Υγεία. Πραγματοποιήθηκαν πολυμεταβλητές αναλύσεις για τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ κατάθλιψης (συμπεριλαμβανομένων της υποσυνδρομικής κατάθλιψης, του βραχέος καταθλιπτικού επεισοδίου και καταθλιπτικών επεισοδίων) και συμπεριφορών καπνίσματος.
Συνολικά, ο επιπολασμός του καπνίσματος κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή ήταν χαμηλότερος στην Αφρική (13,5%) και υψηλότερος στην Ασία (32,2%). Καταθλιπτικό επεισόδιο παρατηρήθηκε σε ποσοστό 6,7% του δείγματος. Συγκριτικά με άτομα χωρίς κατάθλιψη, η υποσυνδρομική κατάθλιψη, το βραχύ καταθλιπτικό επεισόδιο και τα καταθλιπτικά επεισόδια συσχετίστηκαν ισχυρά με το κάπνισμα, έχοντας αναδείξει παρόμοια μεγέθη επίδρασης (OR: 1,36-1,49). Σύμφωνα με μια μετα-ανάλυση που εκπονήθηκε σε επίπεδο χώρας, το συγκεντρωτικό ολικό OR για το κάπνισμα στην κατάθλιψη ήταν 1,42 (95% CI = 1,32-1,52, I2 = 39,7%). Επιπλέον, η κατανάλωση αλκοόλ και το άρρεν φύλο παρουσίασαν σταθερή συσχέτιση με το κάπνισμα σε όλες τις περιοχές, ενώ το κάπνισμα ήταν σταθερά λιγότερο συχνό σε άτομα που ήταν πλουσιότερα και είχαν υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο.
Τα δεδομένα αυτά παρέχουν αδιάσειστα στοιχεία ότι το κάπνισμα αποτελεί μείζον ζήτημα της δημόσιας υγείας μεταξύ ατόμων που ανήκουν στο φάσμα της κατάθλιψης σε χώρες LMIC, ενώ ενδέχεται η πρώιμη θνησιμότητα σε άτομα με κατάθλιψη να μπορεί να αποδοθεί εν μέρει σε νοσήματα που σχετίζονται με το κάπνισμα.
Το εύρημα των υψηλών επιπέδων συνύπαρξης καπνίσματος και κατάθλιψης σε αυτή τη μελέτη έχει μεγάλη σημασία για τη δημόσια υγεία, δεδομένης της αυξημένης πρώιμης θνησιμότητας σε άντρες καπνιστές και άντρες με κατάθλιψη. Ενώ η διακοπή του καπνίσματος θα πρέπει να αποτελεί στόχο κάθε καπνιστή, δεδομένων των συσχετίσεων που παρατηρήθηκαν, η εστίαση σε άντρες καπνιστές με κατάθλιψη μπορεί να έχει ιδιαίτερη σημασία.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης το γεγονός ότι, σύμφωνα με τους συγγραφείς, τα επίπεδα καπνίσματος σε άτομα με υποσυνδρομική κατάθλιψη ή βραχέα καταθλιπτικά επεισόδια ήταν υψηλά, με σχετικά παρόμοιο μέγεθος με εκείνα της μείζονας κατάθλιψης. Συνεπώς, σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα, σε οποιαδήποτε παρέμβαση γίνεται προσπάθεια αντιμετώπισης των υψηλών επιπέδων καπνίσματος σε άτομα με κατάθλιψη, θα πρέπει να λαμβάνεται επίσης υπόψη ολόκληρο το φάσμα της κατάθλιψης.
Οι συγγραφείς κατέληξαν στο γεγονός ότι το φάσμα της κατάθλιψης σε χώρες LMIC σχετίζεται σταθερά με υψηλά επίπεδα συμπεριφορών καπνίσματος. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι καπνιστές παγκοσμίως βρίσκονται σε χώρες LMIC, απαιτούνται παρεμβάσεις διακοπής του καπνίσματος μελλοντικά, που θα έχουν ως στόχο τα άτομα με κατάθλιψη.
Κάπνισμα και καταθλιψη
Δημήτρης Οικονόμου Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής
Πόσο ευθυγραμμισμένες είναι οι προσδοκίες θεραπείας μεταξύ κλινικών και ασθενών; Ακόμη και στην εποχή της εξατομικευμένης ιατρικής, η έρευνα μας λέει ότι οι αποφάσεις για τη θεραπεία κατάθλιψης συχνά δεν λαμβάνουν υπόψη τις ελπίδες, τις πεποιθήσεις και τις προσδοκίες του ίδιου του ασθενούς.
Ο καθηγητής Frank κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, όσον αφορά τα αποτελέσματα της θεραπείας, οι ασθενείς ήθελαν:
Ανακούφιση από συμπτώματα, όπως άγχος και αρνητική
αυτοδιάθεση
Αίσθηση ευημερίας και βελτίωση της λειτουργίας
Πρόωρη παρέμβαση, τόσο στην ασθένεια όσο και σε κάθε επεισόδιο υποτροπιάζουσας κατάθλιψης
Πρόληψη των υποτροπών.
Όσον αφορά τις αλληλεπιδράσεις τους με τους επαγγελματίες του τομέα της υγείας, οι ασθενείς θέλησαν:
Συνεργατικές και ισότιμες σχέσεις με τους γιατρούς τους
Εξέταση των ειδικών στόχων θεραπείας
Σε βάθος ενημέρωση για τη διαταραχή και για τις παρεμβάσεις που μπορεί να είναι χρήσιμες για τη θεραπεία της, έτσι ώστε οι ασθενείς να μπορούν να κάνουν ενημερωμένες θεραπευτικές επιλογές.
Ο καθηγητής Frank τόνισε επίσης:
Η σημασία του σεβασμού των συστημάτων στις πεποιθήσεις των ασθενων και της ενσωμάτωσής τους στη θεραπεία τους .
Η σημασία του να επιτραπεί στους ασθενείς να συμμετεχουν κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων (αν και στο πλαίσιο ενός σφιχτού προγράμματος κλινικών).
Αντιμετώπιση μεμονωμένων αναγκών ασθενών
Τα συμπεράσματα αυτά υποστηρίχθηκαν από τον καθηγητή David Castle (Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, Αυστραλία), ο οποίος συνέχισε να συζητά με κάποιες στρατηγικές θεραπείας που θα βοηθούσαν στην κάλυψη των αναγκών θεραπείας των ασθενών.Ένα μέγεθος δεν ταιριάζει σε όλα, τόνισε, επειδή οι άνθρωποι έχουν σύνολα μεμονωμένων συμπτωμάτων και θα έχουν διαφορετικά επίπεδα ανεκτικότητας σε διάφορες παρενέργειες. Επομένως, οι αλγοριθμικές προσεγγίσεις στη θεραπεία είναι περιορισμένες και οι γιατροί πρέπει να εξατομικεύουν τις επιλογές θεραπείας των ασθενών. Επιπρόσθετα, πρόσφατα στοιχεία έδειξαν ότι οι ψυχογενετικές εξετάσεις μπορεί σήμερα να έχουν λίγη συνεισφορά στη φροντίδα των ασθενών κατά την κατάθλιψη . Αντιθέτως, οι γιατροί πρέπει να βασίζονται σε προσεκτική επιλογή φαρμάκων και παρακολούθησης των θεραπειων αλλα και των ανεπιθύμητων ενεργειών τους και να καθοδηγούνται από τους ασθενείς στις επιλογές θεραπείας τους.
Σύμφωνα με το Prof Castle, οι καθοριστικοί παράγοντες της αντικαταθλιπτικής επιλογής περιλαμβάνουν:
Προηγούμενη ανταπόκριση του ασθενούς ή / και άλλων μελών της οικογένειας
Αποτελεσματικότητα του αντικαταθλιπτικού σε σχέση με συγκεκριμένα συμπτώματα που προκαλούν ανησυχία στον ασθενή
Ειδική ανεκτικότητα του φαρμάκου στον συγκεκριμένο ασθενή
Κοινή λήψη αποφάσεων
Οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή ή άλλη θεραπεία θα είναι αποτελεσματική μόνο εάν ο ασθενής τη λαμβάνει τακτικά . Οι γιατροί θα πρέπει να συνεργάζονται με τους ασθενείς για να καλύψουν τις ανάγκες και τις προσδοκίες τους για θεραπεία και να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες τους , ώστε ο ασθενής να είναι πιο πιθανό να έχει συμμόρφωση στην αγωγη .Ο Prof Castle υποστήριξε λοιπόν την από κοινού λήψη αποφάσεων για την αντικαταθλιπτική θεραπεία: παρουσιάστε τις επιλογές, κατανοήστε τι αναμένει και θέλει ο ασθενής, στη συνέχεια βοηθήστε τον ασθενή να αποφασίσει με βάση αυτό.
Επιμέλεια άρθρου: Δημήτρης Οικονόμου Ψυχίατρος Ψυχοθεραπευτής
Βιβλιογραφικές πηγές: Zubenko GS et al. JAMA Psychiatry 2018
Συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή ασθενών με σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές : ευρήματα από την αρχική αξιολόγηση μιας τυχαιοποιημένης ελεγχόμενης δοκιμής (Tecla)
Η μη συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή είναι ένα περίπλοκο πρόβλημα που επηρεάζεται από πολλές διαφορετικές παραμέτρους. Ένα σημαντικό εύρημα της μελέτης αυτής είναι ότι συγκεκριμένες παράμετροι όπως το επίπεδο λειτουργικότητας ή ο βαθμός κοινωνικής στήριξης, οι οποίοι μπορούν να επηρεαστούν
από τις παρεμβάσεις, επιδρούν στη συμμόρφωση. Τα αποτελέσματα της μελέτης μπορούν να χρησιμοποιηθούν ειδικά για την ανάπτυξη παρεμβάσεων που προάγουν τη συμμόρφωση.
Για παράδειγμα, οι γνώσεις, η κατανόηση και η υποστήριξη όσον αφορά στη φαρμακευτική αγωγή θα πρέπει επίσης να ενισχύονται στο κοινωνικό περιβάλλον του ασθενούς, στα μέλη της οικογένειάς του και στους φροντιστές του.
Η σχιζοφρένεια και η διπολική διαταραχή χαρακτηρίζονται από υψηλό φορτίο νόσου. Τα αντιψυχωσικά φάρμακα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της θεραπείας. Ωστόσο, η μη συμμόρφωση αποτελεί σημαντικό πρόβλημα. Στόχος των ερευνητών ήταν να εξετάσουν τους δυνητικούς καθοριστικούς παράγοντες της μη συμμόρφωσης σε ασθενείς με σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές.
Σε αυτή τη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν τα δεδομένα αναφοράς της μελέτης Tecla (Post stationary telemedical care of patients with severe psychiatric disorders – Φροντίδα μέσω τηλεϊατρικής ασθενών με σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές μετά από νοσηλεία). Η συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή αξιολογήθηκε με τη γερμανική έκδοση της Κλίμακας Αναφοράς Συμμόρφωσης στη Φαρμακευτική Αγωγή (Medication Adherence Report Scale German Version – MARS-D). Πραγματοποιήθηκε ανάλυση κατά την οποία χρησιμοποιήθηκαν ως προβλεπτικοί δείκτες η ηλικία, το φύλο, η μόρφωση, η εργασιακή κατάσταση, το επίπεδο συνολικής λειτουργικότητας, η κοινωνική υποστήριξη και η λήψη τυπικών και άτυπων αντιψυχωσικών φαρμάκων.
Στην ανάλυση συμπεριλήφθηκαν 127 συμμετέχοντες (n = 73 άντρες, μέση ηλικία 42 έτη). Η μέση βαθμολογία MARS-D ήταν 23,4 (SD 2,5). Ο πιο συχνός λόγος μη συμμόρφωσης ήταν η αμέλεια του ασθενούς να λάβει το φάρμακο. Σημαντικοί θετικοί καθοριστικοί παράγοντες για τη συμμόρφωση ήταν η μεγαλύτερη ηλικία (OR 1,02, 95% CI 1,011-1,024, p < 0,0001), η ύπαρξη εργασίας (OR 2,46, 95% CI 1,893-3,206, p < 0,0001), το υψηλότερο επίπεδο συνολικής λειτουργικότητας (συνολικό μέτρο της λειτουργικής ικανότητας των ασθενών) (OR 1,02, 95% CI 1,012-1,028, p < 0,0001), η ύπαρξη κοινωνικής υποστήριξης (OR 1,02, 95% CI 1,013-1,026, p < 0,0001) και η λήψη τυπικών αντιψυχωσικών φαρμάκων (OR 2,389, 95% CI 1,796-3,178, p < 0,0001). Αρνητικός καθοριστικός παράγοντας ήταν το φύλο (θήλυ) (OR 0,73, 95% CI 0,625-0,859, p = 0,0001).
Η κλίμακα MARS-5 έχει σχεδιαστεί για την αξιολόγηση των αιτίων και των επιπολασμών της μη συμμόρφωσης και όχι για τη μέτρηση ακριβών τιμών της χρήσης φαρμάκων. Στην ομάδα των ασθενών με σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές, τόσο η κύρια ανάλυση όσο και η ανάλυση ευαισθησίας έδειξαν θετική επίδραση του επιπέδου συνολικής λειτουργικότητας, της ύπαρξης κοινωνικής υποστήριξης και της ύπαρξης εργασίας στη συμμόρφωση.
Η συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή ασθενών με σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές είναι γενικώς χαμηλή. Οι ασθενείς αυτής της μελέτης νοσηλεύθηκαν σε νοσοκομεία ή κλινικές ημερήσιας νοσηλείας και η αξιολόγηση των δεδομένων γινόταν λίγο πριν ο ασθενής λάβει εξιτήριο. Ωστόσο, το ποσοστό των μη συμμορφούμενων ασθενών ήταν σχετικά υψηλό (54%).
Στη μελέτη αυτή, δεν προέκυψαν σημαντικά ευρήματα σχετικά με το υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αλλά διαπιστώθηκε ισχυρή επίδραση στη συμμόρφωση από την ύπαρξη εργασίας έναντι της ανεργίας ή της μειωμένης απασχόλησης. Διαπιστώθηκαν ασυνέπειες όσον αφορά προβλεπτικούς δείκτες όπως η βαρύτητα συμπτωμάτων, η κατανόηση, η θετική στάση και η κοινωνική υποστήριξη. Σύμφωνα με μια Ισραηλινή μελέτη, η συμμόρφωση είναι καλύτερη όταν υπάρχει μεγαλύτερη κοινωνική υποστήριξη.
Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης κατέδειξαν ότι οι συμμετέχοντες που λάμβαναν τυπικά αντιψυχωσικά φάρμακα είχαν πολύ καλύτερη συμμόρφωση, ενώ η λήψη άτυπων αντιψυχωσικών φαρμάκων συσχετίστηκε με χειρότερη συμμόρφωση. Το αποτέλεσμα αυτό διαφέρει από τα αποτελέσματα άλλων μελετών, όπου η συμμόρφωση ήταν καλύτερη σε ασθενείς που λάμβαναν άτυπα αντιψυχωσικά φάρμακα.
Οι συγγραφείς κατέληξαν ότι ειδικά η εργασία, η λειτουργικότητα και η κοινωνική υποστήριξη θα μπορούσαν να αποτελέσουν υποσχόμενους στόχους για τη βελτίωση της συμμόρφωσης σε ασθενείς με σχιζοφρένεια ή διπολική διαταραχή.
Δημήτρης Οικονόμου Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής
Σας ευχαριστούμε για το μήνυμά σας,
θα επικοινωνήσουμε μαζί σας το συντομότερο δυυνατόν.
Ουψ, φαίνεται πως κάτι πήγε στραβά.
Παρακαλώ, προσπαθήστε ξανα.
Ψυχίατρος - Ψυχοθεραπευτής Οικονόμου Δημήτρης | Κωνσταντίνου Παλαιολόγου 9 17121 Νέα Σμύρνη (Η είσοδος του Ιατρείου είναι ακριβώς απέναντι από το Κινηματογράφο Σπόρτιγκ.) | psoa.10@gmail.com
Όροι χρήσης | Πολιτική cookies | Πολιτική Προστασίας Δεδομένων | Powered by Vrisko.gr